dc.contributor.author | Τούση, Ευγενία | el |
dc.date.accessioned | 2014-10-08T09:40:38Z | |
dc.date.available | 2014-10-08T09:40:38Z | |
dc.date.issued | 2014-10-08 | |
dc.identifier.uri | https://dspace.lib.ntua.gr/xmlui/handle/123456789/39194 | |
dc.identifier.uri | http://dx.doi.org/10.26240/heal.ntua.1718 | |
dc.rights | Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 3.0 Ελλάδα | * |
dc.rights.uri | http://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/3.0/gr/ | * |
dc.subject | προσφυγες | el |
dc.subject | προσφυγικές κατοικίες | el |
dc.subject | αστικοί μετασχηματισμοί | el |
dc.subject | συλλογική μνήμη | el |
dc.subject | κοινωνικός αποκλεισμός | el |
dc.subject | refugees | en |
dc.subject | Asia Minor | en |
dc.subject | social cohesion | en |
dc.subject | urban space transformations | en |
dc.subject | social housing policy | en |
dc.title | Ο αστικός χώρος ως πεδίο μετασχηματισμών υπό το πρίσμα του προσφυγικού ζητήματος. Η περίπτωση της ευρύτερης περιοχής Αθήνας-Πειραιά. | el |
dc.contributor.department | Πολεοδομίας - Χωροταξίας | el |
heal.type | doctoralThesis | |
heal.classification | ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ | el |
heal.classification | ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ/ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ | el |
heal.classification | ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ | el |
heal.classificationURI | http://localhost:8080/healp/data/22/1/38 | |
heal.classificationURI | http://localhost:8080/healp/data/11/22/5 | |
heal.classificationURI | http://localhost:8080/healp/data/22/1/29 | |
heal.language | el | |
heal.access | campus | |
heal.recordProvider | ntua | el |
heal.publicationDate | 2014-07-14 | |
heal.abstract | Η διαμόρφωση του μεθοδολογικού και ερμηνευτικού πλαισίου της Διατριβής ξεκίνησε με αφετηρία χωρο-κοινωνικές παρατηρήσεις στο σύγχρονο αστικό τοπίο της ευρύτερης περιοχής Αθήνας-Πειραιά. Η σημερινή του ανάγνωση, αποκαλύπτει χωρο-κοινωνικές επιπτώσεις από την προσφυγική εγκατάσταση του 1922, καθιστώντας το ζήτημα αυτό σημαντικό για την ερμηνεία του ελληνικού αστικού χώρου. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η χωρο-κοινωνική διαμόρφωση του αρχικού προσφυγικού ‘θύλακα’ έχει αλλοιωθεί ή/και εξαλειφθεί, κυρίως λόγω της αντιπαροχής .Παράλληλα εντοπίζονται και περιοχές όπου στον αρχικό «θύλακα» διασφαλίζονται καλύτερες συνθήκες διαβίωσης από τις γύρω γειτονιές . Στην πλειοψηφία τους όμως, οι προσφυγογενείς αυτές περιοχές, διατηρούν οικιστικές νησίδες με εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης. Η ανίχνευση της ανομοιογένειας αυτής, αποτέλεσε το κίνητρο για εμβάθυνση και περεταίρω διερεύνηση. Αρχικό ερευνητικό ερώτημα αποτέλεσε το γιατί οι περιοχές αυτές, που σχεδιάστηκαν την ίδια περίοδο, για τον ίδιο σκοπό, στεγάζοντας παρεμφερείς τύπους νοικοκυριών, μετεξελίχθηκαν εντελώς διαφορετικά η μια από την άλλη. Υπό το πρίσμα αυτό, κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση του μεθοδολογικού και ερμηνευτικού πλαισίου έχει η αναζήτηση των αιτίων που οδήγησαν στην τόσο διαφορετική χωρο-κοινωνική μετεξέλιξη και συνεπώς στη διαφορετική χωρο-κοινωνική δυναμική διαχρονικά. Οι διαδικασίες χωρο-κοινωνικών μετασχηματισμών, οι οποίες προσδίδουν διαχρονική οπτική στη διερεύνηση των κρισίμων αυτών ζητημάτων και συνθέτουν ερμηνείες της σημερινής εικόνας, αποτελούν για τη Διατριβή βασικό εννοιολογικό πλαίσιο. Γιατο σκοπό αυτό η Διατριβή συνθέτει στοιχεία σε μάκρο- και μικρο- επίπεδο και υιοθετεί διαδραστική προσέγγιση χωρικών και κοινωνικών παραμέτρων οι οποίες αντανακλούν το εύρος των μετασχηματισμών που διαδραματίζεται διαχρονικά. Υπό το πρίσμα αυτό, δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στην έρευνα πεδίου και στην εμβάθυνση των επιμέρους τοπικών ιδιαιτεροτήτων. Ξεκινώντας με αφετηρία το χώρο κατοίκησης στους αρχικούς προσφυγικούς πυρήνες και διερευνώντας την αμφίδρομη σχέση κοινωνικού και γεωγραφικού χώρου, διατυπώνονται οι υποθέσεις εργασίας και τίθενται τα ερευνητικά ερωτήματα.Η μεθοδολογική αυτή επιλογή βασίζεται στην άποψη ότι, η περιοχή κατοικίας αποτελεί σημαντικό πεδίο διαμόρφωσης της κοινωνικής δυναμικής και επομένως αποτελεί πρόσφορο έδαφος διερεύνησης των χωρο-κοινωνικών μετασχηματισμών στον αστικό χώρο. Επιπλέον, το ζήτημα της κατοικίας στην Ελλάδα έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού αποτέλεσε για πολλές δεκαετίες μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας. Η σημασία λοιπόν και ο ρόλος της ιδιοκατοίκησης, όπως ανιχνεύεται μέχρι σήμερα, αναδεικνύει ότι, το «αγαθό» κατοικία έχει σημαντική θέση στις ανάγκες κάθε νοικοκυριού, αποκτώντας μια ξεχωριστή συμβολική φόρτιση. Για όλους αυτούς τους λόγους, δόθηκε έμφαση στον τομέα της κατοικίας και ειδικότερα σε περιοχές που συγκροτήθηκαν κάτω από την πίεση ιστορικών συγκυριών, χωρίς βασικές υποδομές. Η συγκριτική διερεύνηση των αναπτυξιακών διαδρομών τους αποτελεί, για τη Διατριβή, εργαλείο για την ερμηνεία των κρισίμων ερευνητικών ζητημάτων. Για το σκοπό αυτό, η περιγραφή του φάσματος των μετασχηματισμών έλαβε υπόψη όχι μόνον τις διαχρονικές μεταβολές στην ποιότητα των συνθηκών στέγασης αλλά και τις μεταλλαγές στα γεωγραφικά όρια και την κοινωνική σύνθεση των αρχικών προσφυγικών θυλάκων. Παράλληλα, βασικό ερευνητικό εργαλείο αποτέλεσε η διαγενεακή διερεύνηση της γεωγραφικής και κοινωνικής κινητικότητας απογόνων προσφύγων σε κάθε περιοχή, συσχετίζοντας την κοινωνική κινητικότητα με χωρικές παραμέτρους . Για την ολοκληρωμένη περιγραφή της σημερινής φυσιογνωμίας αξιολογήθηκαν επίσης τα κοινωνικο-οικονομικά χαρακτηριστικά και των νέων κατοίκων που εγκαταστάθηκαν μεταγενέστερα στις περιοχές αυτές. Η Διατριβή διαπιστώνει ότι, οι νέοι κάτοικοι συνέβαλλαν καθοριστικά στις διαδικασίες μετασχηματισμού, επηρεάζοντας τη σύνθεση της σύγχρονης φυσιογνωμίας των περιοχών αυτών, οι οποίες δεν κατοικούνται πια μόνο από απογόνους προσφύγων. Για το θέμα αυτό γίνεται παρουσίαση για κάθε περιοχή εμβάθυνσης , σε αντίστοιχο κεφάλαιο της διατριβής. Ο σχεδιασμός του μεθοδολογικού και ερμηνευτικού πλαισίου δίνει βαρύτητα στην ιστορική προσέγγιση στοχεύοντας στη διερεύνηση των σημερινών χωρο-κοινωνικών μετασχηματισμών. Η προσέγγιση αυτή συμβαδίζει με τη θέση σύμφωνα με την οποία «οι άνθρωποι δημιουργούν την ίδια την ιστορία τους, όχι όμως μέσα σε συνθήκες που οι ίδιοι διαλέγουν αλλά μέσα σε συνθήκες που υπάρχουν άμεσα, δηλαδή που είναι δοσμένες και που κληροδοτούνται από το παρελθόν». Τα ζητήματα που απασχόλησαν τη Διατριβή συνοψίζονται ως εξής: οι σημερινές χωρο-κοινωνικές εικόνες οφείλονται σε πλήθος μετασχηματισμών όπου καίριο ρόλο έπαιξαν τόσο οι συλλογικές κοινωνικές πρακτικές που ακολουθήθηκαν από τους κατοίκους κατά περίπτωση, όσο και οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν διαχρονικά. Σε συνάρτηση με αυτό, οι αρχικές ιδεολογικές και πολιτικές πεποιθήσεις των νοικοκυριών που εγκαταστάθηκαν στους συνοικισμούς διαφοροποιήθηκε σταδιακά από το βάρος της πίεσης της νέας πραγματικότητας που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν. Η Διατριβή διαπιστώνει ότι παρά το γεγονός ότι συχνά τα νοικοκυριά άνηκαν σε διαφορετικές κοινωνικο-οικονομικές ομάδες πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή, μετά τη εγκατάστασή τους στους συνοικισμούς άρχισαν να αναπτύσσουν κοινές συλλογικές ταυτότητες και ανάλογες πρακτικές. Το στοιχείο αυτό επηρέασε τη φυσιογνωμία των συνοικισμών και σ’ αυτό οφείλεται, εν μέρει, η σημερινή διαφορετική χωρο-κοινωνική φυσιογνωμία αυτών των χώρων. Οι συλλογικές πρακτικές που η Διατριβή ανέγνωσε, στους προσφυγικούς συνοικισμούς, συνέβαλαν σε αλλαγές των κοινωνικών ταυτοτήτων οι οποίες με τη σειρά τους είναι αναγνωρίσιμες στο χώρο, ενώ παράλληλα ασκούν διαχρονική επιρροή στην πολιτική που ακολουθείται. Οι δυναμικές αυτές αντανακλώνται σήμερα στους γεωγραφικούς σχηματισμούς των αρχικών θυλάκων οι οποίοι μετεξελίχθηκαν με διαφορετικό τρόπο . Η διατριβή συνθέτει την εικόνα για ποιοί από αυτούς συρρικνώθηκαν, διευρύνθηκαν ή παρέμειναν οι ίδιοι. Ερμηνεύει τις αιτίες και συνθέτει τα χαρακτηριστικά τους. Η παρατήρηση της ανομοιογένειας , η έλλειψη κανονικότητας και η εμβάθυνση στα αίτια που την προκάλεσαν συνιστά για τη Διατριβή σημαντικό πλαίσιο για την αξιολόγηση των συνιστωσών μετασχηματισμού στο ελληνικό αστικό τοπίο. Με γνώμονα αυτή τη θέση, η Διατριβή διαμορφώνει μια άλλη προσέγγιση, σύμφωνα με την οποία, το ζήτημα της ολοκλήρωσης/συνοχής σε χωρικό και κοινωνικό επίπεδο σήμερα, σχετίζεται άμεσα με την ιστορική διαδρομή, τις εγγενείς δυνατότητες και τα προβλήματα των προσφυγογενών αστικών περιοχών. Ο σχεδιασμός του μεθοδολογικού πλαισίου, παράλληλα με τη βιβλιογραφική διερεύνηση, περιλαμβάνει εκτεταμένη πρωτογενή έρευνα στην ευρύτερη περιοχή του πολεοδομικού συγκροτήματος Αθήνας-Πειραιά. Η έρευνα αυτή, αποτελείται από δυο στάδια. Το πρώτο στάδιο περιλαμβάνει 44 προσφυγογενείς περιοχές της ευρύτερης περιοχής Αθήνας-Πειραιά. Το δεύτερο στάδιο εμβαθύνει σε τρεις προσφυγογενείς περιοχές που επιλέχθηκαν με κατάλληλα κριτήρια, τα οποία διασφαλίζουν την αντιπροσωπευτικότητα, από το σύνολο των 44 που μελετήθηκαν στο πρώτο στάδιο. Η ευελιξία του ερμηνευτικού και μεθοδολογικού πλαισίου διασφαλίζεται από το ότι σχεδιάστηκε με γνώμονα τις συνεχείς αλλαγές που σημειώνονται σε χωρο-κοινωνικό επίπεδο όπως αυτές αναδείχτηκαν στη διαδικασία της έρευνας πεδίου και βασίζεται στην παραδοχή, σύμφωνα με την οποία, ο χώρος βρίσκεται διαρκώς σε διαδικασία γίγνεσθαι . Για το σκοπό αυτό και για την διερεύνηση των κρισίμων ζητημάτων η διατριβή διαρθρώνει σπονδυλωτή προσέγγιση, η οποία εξελίσσεται σταδιακά με εμβάθυνση στο χωρικό πεδίο. Η προσέγγιση αυτή, επέτρεψε την ενίσχυση των θέσεων εργασίας μετά την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου της έρευνας, ενώ δημιούργησε κατάλληλο υπόβαθρο τεκμηρίωσης και έναυσμα για περεταίρω εμβάθυνση. Για τη διερεύνηση του φάσματος των μετασχηματισμών λαμβάνονται χρονικές περίοδοι-κλειδί και συναφείς με αυτές παράμετροι, οι οποίες σύμφωνα με τη Διατριβή, επηρέασαν καθοριστικά τη μετεξέλιξη των προσφυγογενών περιοχών. Τα κρίσιμα ζητήματα εμφανίζονται διαφορετικά σε κάθε χρονική περίοδο-κλειδί, εντοπίζονται όμως και ζητήματα με διαχρονική ισχύ. Οι χρονικές περίοδοι-κλειδί ξεκινούν με αφετηρία το ιστορικό και χωρο-κοινωνικό πλαίσιο της αρχικής προσφυγικής εγκατάστασης και συνεχίζουν με άλλα κομβικά σημεία στη μετεξέλιξη των περιοχών αυτών. Τα σημεία αυτά περιλαμβάνουν την περίοδο της Κατοχής και του Εμφυλίου, όπου η κοινωνικο-πολιτική ριζοσπαστικοποίηση των κατοίκων στην πλειοψηφία των προσφυγικών περιοχών, καθόρισε σε μεγάλο βαθμό τη μετέπειτα πορεία τους, την περίοδο της μεταπολεμικής αστικοποίησης και τις επιπτώσεις της στους προσφυγικούς συνοικισμούς και την περίοδο από τη δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα όπου νέα κρίσιμα ζητήματα επηρεάζουν τη μετεξέλιξη των περιοχών αυτών.Ένα από τα κρίσιμα ζητήματα της τελευταίας περιόδου-κλειδί είναι η εγκατάσταση οικονομικών μεταναστών σε πολλούς προσφυγικούς θύλακες η οποία θέτει εκ νέου τις ισορροπίες στον αστικό χώρο. Η διατριβή συμβάλει στην σύνθεση της σημερινής εικόνας με πρωτότυπο υλικό από το πεδίο, οργανωμένο σε πίνακες, χάρτες και διαγράμματα. Το υλικό αυτό αφορά τους μετασχηματισμούς σε χωρικό επίπεδο αλλά και τα κοινωνικο-οικονομικά χαρακτηριστικά των κατοίκων στις 44 προσφυγογενείς περιοχές που μελετήθηκαν. Οι πληροφορίες αυτές είναι πρωτογενείς και δεν καλύπτονται από την υφιστάμενη βιβλιογραφία. Η εμβάθυνση στο πεδίο μετά την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου της πρωτογενούς έρευνας, ανέδειξε το προσφυγικό ζήτημα ως συνιστώσα της χωρο-κοινωνικής ολοκλήρωσης στη σύγχρονη ελληνική πόλη. Με γνώμονα αυτή τη θέση, η Διατριβή διαμορφώνει μια διαφορετική προσέγγιση, σύμφωνα με την οποία, το ζήτημα της ολοκλήρωσης/συνοχής, σήμερα, σε χωρικό και κοινωνικό επίπεδο, σχετίζεται άμεσα με τις δυνατότητες και τα προβλήματα των προσφυγογενών αστικών περιοχών. Για τη διαμόρφωση της προσέγγισης αυτής, αξιολογήθηκαν τα σχετικά υφιστάμενα θεσμικά εργαλεία , από την περίοδο του μεσοπολέμου, μέχρι σήμερα. Στο πλαίσιο αυτό, εντοπίστηκε και η έλλειψη παρουσίας του ζητήματος από τον αναπτυξιακό λόγο των τελευταίων δεκαετιών, κυρίως μετά τη δεκαετία του ΄90. Η σύνθεση της πρωτογενούς πληροφορίας που προέκυψε από το πρώτο στάδιο της έρευνας τεκμηρίωσε τις κοινωνικο- χωρικές ανισότητες , οδηγώντας σε νέα ζητήματα για περεταίρω εμβάθυνση. Ήδη από αυτό το στάδιο της έρευνας έγινε φανερή η έλλειψη κανονικότητας στη διαμόρφωση του αστικού χώρου και η ανάγκη εμβάθυνσης σε γεωγραφικό επίπεδο συνοικισμού έτσι ώστε να αναδειχτούν οι επιμέρους ιδιαιτερότητες. Η επιλογή αυτή δικαιώνεται από το γεγονός ότι διαπιστώνονται διαφορετικής έντασης κοινωνικοί συσχετισμοί, οι οποίοι οδηγούν σε διαφορετικής εμβέλειας χωρικούς μετασχηματισμούς. Η διατριβή διαπιστώνει στο πεδίο και εμβαθύνει ιδιαίτερα στο ζήτημα των συλλογικών πρακτικών ως ιδιαίτερα σημαντικής παραμέτρου για το μετασχηματισμό των κοινωνικών ταυτοτήτων ,με επιπτώσεις σε χωρικό επίπεδο. Για το σχεδιασμό της κυρίως έρευνας στις τρεις περιοχές εμβάθυνσης, χρησιμοποιήθηκαν κατάλληλα κριτήρια με στόχο την επιλογή των αντιπροσωπευτικότερων περιοχών εμβάθυνσης. Η σύνθεση του πλέγματος των κριτηρίων διαμορφώθηκε υπό το πρίσμα των καταρχήν διαπιστώσεων μετά την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου της έρευνας στο σύνολο των προσφυγικών συνοικισμών του λεκανοπεδίου. Το πλέγμα αυτό αποτελεί μετεξέλιξη των αρχικών αξόνων εργασίας, υποθέσεων και ερωτημάτων.Τα κριτήρια για την επιλογή του πεδίου εμβάθυνσης είναι: - Έμφαση σε προσφυγογενείς περιοχές με κύρια δραστηριότητα την κατοικία - Σημερινή σύνθεση πληθυσμού/ αριθμός οικονομικών μεταναστών - Κοινωνικο-οικονομικοί δείκτες διαχρονικά (χαμηλοί-μέσοι-υψηλοί) - Μεταβολή των γεωγραφικών ορίων του αρχικού πυρήνα προσφυγικής εγκατάστασης, αξιολόγηση επιπτώσεων στην κοινωνική σύνθεση σε επίπεδο γειτονιάς/ αξιολόγηση ενσωμάτωσης με γειτνιάζουσες αστικές ενότητες - Επαναδημιουργία χώρων αποκλεισμού - Ανομοιογένεια/ομοιογένεια προσφυγικού πυρήνα σε σχέση με τις υπόλοιπες γειτονιές στα διοικητικά όρια του δήμου στον οποίο ανήκει σήμερα - Συλλογικές κοινωνικές πρακτικές και κοινωνικοί μετασχηματισμοί με χωρικές επιπτώσεις - Κατευθύνσεις σχεδιασμού Με βάση τα κριτήρια αυτά καθώς και το υλικό από το πρώτο στάδιο της έρευνας ομαδοποιήθηκαν οι 44 προσφυγογενείς περιοχές που μελετήθηκαν ώστε να επιλεχθούν οι πιο κατάλληλες για εμβάθυνση. Το φάσμα των μετασχηματισμών, οριοθετείται από τη μια πλευρά, από περιοχές που έχουν ακόμη και σήμερα προσφυγικούς θύλακες σε κακές συνθήκες στέγασης και διαβίωσης, διατηρώντας διαχρονικά, στοιχεία υποβάθμισης. Πρόκειται για περιοχές στις οποίες η Διατριβή ανέγνωσε την επαναδημιουργία χώρων αποκλεισμού, στα ίδια κτιριακά κελύφη με νέους πλέον κατοίκους. Από την άλλη πλευρά οριοθετείται από περιοχές που εξασφαλίζουν καλές συνθήκες στέγασης και διαβίωσης. Ανάμεσα στα δυο ακραία, αυτά, παραδείγματα εντοπίστηκαν περιοχές που βρίσκονται σε ενδιάμεση κατάσταση. Για την απεικόνιση της εικόνας αυτής η Διατριβή χρησιμοποίησε πίνακες, διαγράμματα και χάρτες, παρουσιάζοντας το υλικό από το πρώτο στάδιο της έρευνας. Κωδικοποιώντας τα στοιχεία αυτά, η Διατριβή, οδηγήθηκε στην επιλογή τριών περιοχών ώστε να καταστεί εφικτή η συγκριτική διερεύνηση ακραίων και χαρακτηριστικών περιπτώσεων στο φάσμα των μετασχηματισμών, η οποία καλύπτει σε μεγάλο βαθμό και άλλες αντίστοιχες περιοχές με παρόμοια χαρακτηριστικά. Οι περιοχές που επιλέχθηκαν είναι η Νίκαια, η Νέα Φιλαδέλφεια και η Νέα Ερυθραία. Πρόκειται για τρεις περιοχές με έντονες κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες, οι οποίες εκφράζονται χωρικά, στον τομέα της στέγασης. Οι διαφορετικές αναπτυξιακές διαδρομές τους, παρά την κοινή τους αφετηρία, αναδεικνύουν τις πολλαπλές πτυχές ερμηνείας της σημερινής εικόνας. Μέσα από την επαφή με το πεδίο, η Διατριβή ανέδειξε ως μεθοδολογική επιλογή, τη σκοπιμότητα εμβάθυνσης σε κάθε προσφυγικό συνοικισμό ξεχωριστά, προς αποφυγήν άστοχων γενικεύσεων. Ο σχεδιασμός της κυρίως έρευνας σύμφωνα με τις «ροές παράλληλης διερεύνησης» αποτελεί εμβάθυνση και εξειδίκευση των αρχικών αξόνων. Οι ροές παράλληλης διερεύνησης της κυρίως έρευνας, δίνουν έμφαση στην αλληλεπίδραση χωρικών και κοινωνικών παραμέτρων, στην αλληλεπίδραση παλαιών και νέων κατοίκων. Διερευνώνται παράλληλα, η διαχρονική διαγενεακή κοινωνική και γεωγραφική κινητικότητα απογόνων προσφύγων σε συνάρτηση με τις μεταλλαγές ορίων του αρχικού προσφυγικού θύλακα και η εγκατάσταση νέων κατοίκων σε σχέση με τα κοινωνικο-οικονομικά τους χαρακτηριστικά (επίσης διαγενεακή διερεύνηση). Ο σχεδιασμός της έρευνας πεδίου στις τρεις περιοχές, ακολούθησε τη μεθοδολογική επιλογή του συνδυασμού ποιοτικών και ποσοτικών μεθόδων. Η προσέγγιση αυτή υποστηρίζεται από ερευνητές σε διεθνές επίπεδο . Η διατριβή επέλεξε το συνδυασμό ποιοτικών και ποσοτικών μεθόδων με σκοπό τη σκιαγράφηση της διαγενεακής κοινωνικής κινητικότητας σε συσχετισμό με τους χωρικούς μετασχηματισμούς και την αντίστοιχη γεωγραφική κινητικότητα. Οι ποιοτικές μέθοδοι που προηγήθηκαν στο πρώτο στάδιο της έρευνας συνέβαλλαν στο σχεδιασμό της κυρίως έρευνας. Στη συνέχεια, στις τρεις περιοχές εμβάθυνσης χρησιμοποιήθηκαν τόσο ποιοτικές όσο και ποσοτικές μέθοδοι έρευνας. Ήδη από το πρώτο στάδιο της έρευνας, ήταν κατανοητό, ότι για την αντιμετώπιση των ερευνητικών ερωτημάτων δεν μπορούμε να περιοριστούμε σε τάσεις και απόψεις μεμονωμένων κατοίκων. Στο πλαίσιο αυτό διαπιστώθηκε, ότι χρειάζεται η εμβάθυνση σε σχεδιασμένο δείγμα πληθυσμού στις τρεις περιοχές. Οι ποιοτικές μέθοδοι περιλαμβάνουν ημι-δομημένες συνεντεύξεις, περίπου 30 σε κάθε περιοχή, ομάδες εστίασης περίπου 10 σε κάθε περιοχή,βιογραφικές ιστορίες αφήγησης περίπου 10 σε κάθε περιοχή. Ο σχεδιασμός στατιστικού δείγματος, στην κυρίως έρευνα κρίθηκε απαραίτητος καταρχήν εξαιτίας του γεγονότος ότι, δεν υπάρχει πληροφορία για τη σημερινή σύνθεση του πληθυσμού στις περιοχές αυτές, κατά πόσο δηλαδή ζουν σήμερα εκεί απόγονοι των πρώτων προσφύγων, στοιχείο θεμελιώδες για την ανίχνευση της κοινωνικής και γεωγραφικής κινητικότητας που διερευνούμε. Επίσης, πέραν αυτού δεν υπήρχαν δημοσιευμένα επικαιροποιημένα δημογραφικά δεδομένα, πέραν της απογραφής του 2001. Επιπλέον, η έρευνα πεδίου αποσκοπούσε στην απόκτηση σφαιρικής εικόνας για τα κρίσιμα ζητήματα, οπότε πληροφορία με ποσοτική ισχύ κρίθηκε επίσης απαραίτητη. Πληθυσμό της έρευνας αποτελούν κάτοικοι που διαμένουν στη Νίκαια, τη Νέα Φιλαδέλφεια και τη Νέα Ερυθραία, οι οποίοι διαχωρίζονται σε απογόνους και μη απογόνους προσφύγων. Το μέγεθος του δείγματος ανέρχεται σε 890 άτομα. Το μέγεθος αυτό κρίνεται ικανό και αξιόπιστο, αφού διαμορφώνει το μέγιστο τυπικό στατιστικό σφάλμα στις 3,3 ποσοστιαίες μονάδες. Ταυτόχρονα, παρέχει τη δυνατότητα δημιουργίας επαρκών βάσεων για την ανάλυση κάθε περιοχής του εξεταζόμενου πληθυσμού. Για τον υπολογισμό του τυπικού στατιστικού σφάλματος χρησιμοποιήθηκε ο τύπος SE = √ ( p(1-p)/n ), όπου n είναι το μέγεθος του δείγματος και p είναι το ποσοστό/αναλογία υπό εξέταση. Αν υποθέσουμε ότι το δείγμα ακολουθεί κανονική κατανομή, το διάστημα εμπιστοσύνης υπολογίζεται ως ± 1.96*SE, το οποίο θα περιλαμβάνει το 95% των τιμών. Για τον υπολογισμό χρησιμοποιήθηκε το Microsoft Office Excel 2010. Για την εξαγωγή του δείγματος χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος του quota sampling (μέθοδος αναλογικής δειγματοληψίας). Με τη μέθοδο της αναλογικής δειγματοληψίας επιλέχθηκαν ικανοποιητικά σε μέγεθος δείγματα από κάθε περιοχή που συμμετέχει (Νίκαια, Νέα Φιλαδέλφεια και Νέα Ερυθραία) ανάλογα με τον πληθυσμό της κάθε περιοχής. Με τον τρόπο αυτό διαφυλάσσεται η ικανή αντιπροσώπευση όλων των περιοχών του δείγματος, ώστε να είναι δυνατή η εξαγωγή ασφαλών στατιστικών συμπερασμάτων. Επιλέχθηκε, δείγμα 350 ατόμων στη Νίκαια, 270 ατόμων στη Νέα Φιλαδέλφεια και 270 ατόμων στη Νέα Ερυθραία. Στη συνέχεια επιλέχθηκε τυχαίο δείγμα αριθμών τηλεφώνων νοικοκυριών (που παράγεται με γεννήτρια τυχαίων αριθμών – random number generator). Η λίστα των τηλεφωνικών αριθμών περιέχει 1.300 αριθμούς σε κάθε περιοχή, σχεδόν τετραπλάσια σε μέγεθος από τα ζητούμενα δείγματα, ώστε να καταστεί δυνατή η εξαγωγή επιτυχών επαφών. Οι τηλεφωνικοί αριθμοί που χρησιμοποιήθηκαν αντιστοιχούν σε σταθερά τηλέφωνα που προέρχονται από τη βάση του ΟΤΕ και αντιστοιχούν σε όλα τα δημοτικά διαμερίσματα του κάθε δήμου. Οι ομάδες ζητημάτων του ερωτηματολογίου διαμορφώθηκαν με βάση τις παραμέτρους που προαναφέρθηκαν και στηρίζονται στις ροές παράλληλης διερεύνησης και τη μετεξέλιξή τους σε εξειδικευμένες παραμέτρους εμβάθυνσης.Παράλληλα, πραγματοποιήθηκε συγκριτική απεικόνιση μεταξύ των τριών περιοχών ώστε να σκιαγραφηθούν οι διαφορετικές αναπτυξιακές διαδρομές, με τη χρήση κατάλληλου λογισμικού επεξεργασίας δεδομένων, το οποίο περιγράφεται εκτενώς στη Διατριβή. Τα πορίσματα της έρευνας συμβάλουν, με πρωτότυπο τρόπο, στη διαχρονική αποτύπωση, ερμηνεία και αξιολόγηση του φάσματος των μετασχηματισμών στον αστικο χωρο-υπο το πρισμα των προσφυγικων περιοχων-με εκτενή περιγραφή της κοινωνικής σύνθεσης - και της ανομοιογενους εξελιξης της χωρικής εικόνας .η περιγραφή του φάσματος των μετασχηματισμών έλαβε υπόψη τις μεταλλαγές στα γεωγραφικά όρια των αρχικών προσφυγικών θυλάκων και τις διαχρονικές μεταβολές στην ποιότητα των συνθηκών στέγασης. παράλληλα, βασικό ερευνητικό εργαλείο για την αξιολόγηση των μετασχηματισμών αποτέλεσε η διαγενεακή διερεύνηση της γεωγραφικής και κοινωνικής κινητικότητας απογόνων προσφύγων και νέων κατοίκων σε κάθε περιοχή, συσχετίζοντας την κοινωνική κινητικότητα με χωρικές παραμέτρους .σε κάθε περίπτωση, η ανάδειξη της άποψης των ίδιων των κατοίκων αποτέλεσε βασικό ζήτημα στο σχεδιασμό και στα πορίσματα της έρευνας, το οποίο τέθηκε ήδη από τα κριτήρια επιλογής περιοχών εμβάθυνσης. Η διατριβή αναδεικνύει το φαινόμενο της επαναδημιουργίας χώρων αποκλεισμού στα ίδια κελύφη με νέους κατοίκους, επισημαίνοντας τη διαχρονική φυσιογνωμία των προσφυγικών ως χώροι κατοίκησης «μη προνομιούχων» πληθυσμιακών ομάδων. η διατριβή αναδεικνύει τις χωρο-κοινωνικές ανομοιογένειες εντός των διοικητικών ορίων δήμου, αξιολογώντας παράλληλα τις πολιτικές που διαχρονικά υιοθετήθηκαν, με έμφαση στις σημερινές πολιτικές χωρικής ολοκλήρωσης. Για το ζήτημα αυτό πραγματοποιεί συγκριτική διερεύνηση μεταξύ των περιοχών μελέτης, συνθέτει και ερμηνεύει πρωτότυπη πληροφορία ενώ αξιολογεί το ζήτημα της κοινωνικής κατοικίας ως παράμετρο μετεξέλιξης της αστικής προσφυγικής αποκατάστασης. Εξέχουσας σημασίας ζήτημα, για την ερμηνεία της σημερινής εικόνας, αποτελεί η συμβολή της διατριβής στην απεικόνιση και ερμηνεία των συλλογικών κοινωνικών πρακτικών, ως σημαντική συνιστώσα των μετασχηματισμών στο αστικό τοπίο με χωρο-κοινωνικές επιπτώσεις ορατές μέχρι σήμερα. Η διατριβή, διερευνά τις αλλαγές στις ‘κοινωνικές ταυτότητες’ όπως αυτές διαμορφώθηκαν από τις συλλογικές πρακτικές, ανιχνεύοντας τις χωρικές τους διαστάσεις στις τρεις περιοχές εμβάθυνσης. Στη διαδικασία της έρευνας αναδείχθηκαν θραύσματα της σημερινής εικόνας για επιμέρους ζητήματα, όπως η αξιολόγηση της αλληλεπίδρασης δημόσιου-ιδιωτικού χώρου ως διαχρονικη απόρροια των συλλογικών κοινωνικών πρακτικών καθώς και η ισχύς των δικτύων κοινωνικών σχέσεων σε επίπεδο γειτονιάς, υπό το πρίσμα της συλλογικής μνήμης. Η αξιολόγηση των θεσμικών εργαλείων σχετικα με το προσφυγικό ζήτημα τεκμηριώθηκε από τη μελέτη των συναφών νομοθετημάτων από το μεσοπόλεμο μέχρι σήμερα, αναδεικνύοντας κρίσιμες πτυχές του ζητήματος. Η μεθοδολογική και ερμηνευτική προσέγγιση της διατριβής συμβάλει τόσο στην ανάδειξη των διαφορετικών μορφών καθημερινής διαβίωσης όσο και στην συμβολική προσέγγιση του ιστορικά και άρρυθμα σχηματιζόμενου αστικού τοπίου της πρωτεύουσας, όπου ο κοινωνικός και ο γεωγραφικός χώρος βρίσκονται σε διαλεκτική δυναμική. Η διερεύνηση αυτή συμβάλει σε μια νέα οπτική στις κατευθύνσεις για το σχεδιασμό χώρου των τελευταίων δεκαετιών, οι οποίες είναι συχνά τόσο ανιστορικού όσο και καθολικού ύφους. Στο πλαίσιο αυτό, τεκμηριώνει, τη βαρύτητα που έχουν οι αποφάσεις σχεδιασμού, αφού φαίνεται να είναι καθοριστικές 92 χρόνια μετά. | el |
heal.abstract | The starting point of this research was a spatial observation, according to which, contemporary images of the old refugee settlements appear to be totally different as far as socio-spatial identity is concerned, despite the fact that they were all created the same period and for the same purpose. Based upon this observation several research queries have risen: Which mechanisms led to such kind of differentiations? Did the strategies of survival of the local refugee population played in each case a key role for further development? Have the geographical factor been beneficial in some cases? Has politics played a key-role leading to the contemporary urban reality? To sum up, this research tries to review the range of socio-spatial transformations of the urban conglomeration of the capital of Greece, through the examination of the evolution of the refugee settlements. The refugee issue of 1922 was a milestone for the Greek history of the 20th century, as it was associated with a vast demographic change in the whole country. In fact, it is known as one of the biggest refugee settlements in worldwide history. Despite the fact that there is plenty of literature for the circumstances of that first settlement, little is known about the socio-spatial evolution that occurred afterwards. That’s why this issue emphasizes on the connection between time, space and identity. According to literature, these first settlements where spatially oriented outside from the boundaries of the existing city, approximately one to three Km. This spatial orientation had also a social impact. For lots of decades the refugee population was subject to discrimination and social exclusion, living in urban forms without planning and social infrastructures (Pentzopoulos 1962, 225-236). All these led to the formation of a solid cultural identity within the refugee settlements, based upon common social attributes and the experience of the violent displacement. Taking into consideration that space is not acknowledged as a “closed system”, but as an open one (Massey 1995, 53-57) it is important to examine the grade of interaction and interdependence between this case study and its urban surroundings, from the very beginning. This means that the main hypothesis is based upon the fact that the refugee settlements which seemed to have had stronger interdependence with the nearby urban forms have been evenly assimilated to the urban net, whereas the one’s that remained excluded have been trapped in the vicious cycle of degradation. To analyse all these field work was neccessary. It included 44 refugee settlements in the wider area of the urban conglomeration of Athens-Piraeus . This field work aimed to enlighten the mechanisms that took place in each case leading to the contemporary socio-spatial differences . The value of field work has been long established, as many scientists of different fields have given emphasis on this approach (Copans 1998, 95-98). To sum up, the research followed some methodological steps: The first step was the collection of cartographic material and spatial observations about the existence of old refugee houses in accordance with the socio-economic attributes of their inhabitants. Then, depiction and cartographic presentation of what is left today from those first refugee urban settlements in socio-spatial level. After that, a categorization of the architectural types seemed to be vital in connection with the materials used in construction, in each case. Moreover, it was necessary to organize the refugee settlements according to the following criteria: • Number of old refugee houses today • Condition of the old refugee houses today • Socio-economic and cultural attributes of today’s inhabitants in the old refugee houses (based upon census data from 1951 to 2001 and field work) • Today’s prices of land in such areas • Grade of assimilation with the surroundings in each case • Number of economic immigrants that live in the old refugee houses • Policy about urban reformations in such areas: in which cases such programs have taken place and in which not, meaning that for some of these 44 areas little is done by the State. The following step was to choose some areas to look in depth the crucial research issues. The chosen areas were residential areas of different kind of social hierarchy, one of which New Erythraia the one that had the higher improvement of living conditions compared to the others. The other two were Nea Philadelphia and Nikea. The emphasis on living conditions in residential areas is based upon literature as many scientists associate them with different levels of social hierarchy. To search for answers for all these, quantitative and qualitative methods were used in field work. A sample of 890 observations was designed with the help of the statistic method of quota sampling. Quota sampling is the non probability version of stratified sampling and despite the fact that there is a controversy about its accuracy detailed statistic controls took place to ensure its results . The thematic units of the questionnaires were about the transformations of the synthesis of the population and the different types of household, the socio-economic attributes of the population, the level of social evolution from generation to generation, stability towards the contemporary financial crisis, quality of urban environment, housing conditions. The findings from this quantitative method were combined with data collected from qualitative methods such as semi-conducted interviews, focus groups and biographic histories taken from inhabitants of the areas chosen. These procedures offered answers to the scientific queries posed since the beginning of the research. To conclude, it is important to ameliorate bad housing conditions but is also necessary to keep and respect the sense of historic past in terms of urban collective memory. That’s why it is vital to maintain some important historic elements when it comes to urban reformation programs, incorporating them into the present circumstances. All these are prone to happen with the help of participatory design, giving a key role to the citizens that are subject to the socio-spatial change that the urban reformation would order. | en |
heal.advisorName | Παναγιωτάτου, Ελίσσάβετ | el |
heal.committeeMemberName | Σαγιάς, Ίων | el |
heal.committeeMemberName | Χανιώτου, Ελένη | el |
heal.committeeMemberName | Σερράος, Κωνσταντίνος | el |
heal.committeeMemberName | Κλαμπατσέα, Ειρήνη | el |
heal.committeeMemberName | Ξενόπουλος, Σόλων | el |
heal.committeeMemberName | Μωραΐτης, Κωνσταντίνος | el |
heal.academicPublisher | Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών | el |
heal.academicPublisherID | ntua | |
heal.numberOfPages | 551 | |
heal.fullTextAvailability | true |
Οι παρακάτω άδειες σχετίζονται με αυτό το τεκμήριο: