heal.abstract |
Ο λιγνίτης κατέχει σημαντικό μερίδιο στο ενεργειακό μίγμα, παρά τη συμβολή του στην εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου, ως ορυκτό καύσιμο. Για παράδειγμα, το 27.4% της ηλεκτροπαραγωγής της Γερμανίας προέρχεται από λιγνιτικούς σταθμούς, ενώ στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό ξεπερνά το 55%. Επίσης το 45% του συνόλου των παγκόσμιων αποθεμάτων άνθρακα αποτελούνται από άνθρακες χαμηλής θερμογόνου ικανότητας (Low rank coals-LRCs), όπως ο λιγνίτης. Με αυτό τα δεδομένα, η καύση λιγνίτη για την παραγωγή ενέργειας αναμένεται να παραμείνει μια βιώσιμη λύση στις επόμενες δεκαετίες, δεδομένου ότι η διαθεσιμότητα του λιγνίτη είναι σημαντική σε πολλές χώρες της Ευρώπης και του κόσμου (Γερμανία, Πολωνία, Ελλάδα, ΗΠΑ, Αυστραλία κ.α.). Επομένως, προβλήματα όσον αφορά την καύση και τη χρήση του λιγνίτη θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με πιο αποτελεσματικό και φιλικό προς το περιβάλλον τρόπο. Ένα από τα κύρια προβλήματα που υπάρχουν είναι η υψηλή υγρασία που περιέχεται στον ακατέργαστο λιγνίτη που εξορρύσεται από το ορυχείο. Αποτελέσματα της υψηλής περιεκτικότητας σε υγρασία είναι οι υψηλότερες εκπομπές CO2 ανά μονάδα παραγόμενης ενέργειας, το υψηλό κόστος επένδυσης και μεταφοράς, καθώς και άλλα τεχνικά προβλήματα, όπως η μείωση της ευθρυπτότητας του άνθρακα, η δυσκολία στην ανάμειξη και πνευματική μεταφορά του.
Ως εκ τούτου, η επεξεργασία του λιγνίτη μέσω ξήρανσης συγκεντρώνει μεγάλο ενδιαφέρον. Λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία του θέματος και τη χρησιμότητα μιας τέτοιας προσπάθειας, η παρούσα εργασία αποτελεί μια επισκόπηση των σύγχρονων υφιστάμενων τεχνολογιών ξήρανσης, καθώς επίσης γίνεται προσπάθεια μοντελοποίσης επιλεγμένων τεχνολογιών ξήρανσης σε υφιστάμενη ατμοηλεκτρική μονάδα για την οικονομικό-τεχνική σύγκριση τους. |
el |