dc.contributor.author | Μιχαλοπούλου, Ελισάβετ - Ουρανία | el |
dc.contributor.author | Michalopoulou, Elisavet-Ourania | en |
dc.date.accessioned | 2018-12-10T11:12:13Z | |
dc.date.available | 2018-12-10T11:12:13Z | |
dc.date.issued | 2018-12-10 | |
dc.identifier.uri | https://dspace.lib.ntua.gr/xmlui/handle/123456789/48236 | |
dc.identifier.uri | http://dx.doi.org/10.26240/heal.ntua.8019 | |
dc.description | Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών. Διεπιστημονικό Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών (Δ.Π.Μ.Σ.) Αρχιτεκτονική-Σχεδιασμός του Χώρου, Κατ.Α1: Γνωσιολογία της Αρχιτεκτονικής. | el |
dc.rights | Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 3.0 Ελλάδα | * |
dc.rights.uri | http://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/3.0/gr/ | * |
dc.subject | Ξενοδοχείο | el |
dc.subject | Λόμπι | el |
dc.subject | Ναοί | el |
dc.subject | Ακαδημαϊκό κοινό | el |
dc.subject | Hotels | en |
dc.subject | Lobby | en |
dc.subject | Academic public | en |
dc.title | Το λόμπι ξενοδοχείου, ο χώρος λατρείας, τo ακαδημαϊκό κοινό. | el |
dc.contributor.department | Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών. | el |
heal.type | masterThesis | |
heal.classification | Αρχιτεκτονική | el |
heal.language | el | |
heal.access | free | |
heal.recordProvider | ntua | el |
heal.publicationDate | 2018-11-08 | |
heal.abstract | Το 1995, εκδίδεται η συλλογή δοκιμίων του Siegfried Kracauer, με γενικό τίτλο ‘The Mass Ornament’: Weimar Essays. Στο κεφάλαιο αυτής, ‘The Hotel Lobby’, o Kracauer αναλύει το πλέγμα σχέσεων που αναπτύσσεται μέσα σε ένα ξενοδοχειακό λόμπι. Για την ανάπτυξη της περιγραφής του, επιλέγει να συγκρίνει το λόμπι με το εσωτερικό ενός χώρου λατρείας. Η περιγραφή, γίνεται αντιστικτικά με τα πλέγματα σχέσεων εντός του ξενοδοχειακού λόμπι να ετεροπροσδιορίζονται σε σχέση με τα πλέγματα σχέσεων εντός του χώρου λατρείας. Το λόμπι περιγράφεται ως μία αρνητική εκκλησία. Το επιχείρημα, αναπτύσσεται κυρίως στις αντιθέσεις των δύο χώρων, αλλά, η αρχική επιλογή τους, καθιστά το δίπολο σαφώς συγκρίσιμο και ως προς τις μεταξύ του ομοιότητες. Η λογοτεχνική αφορμή του Kracauer γεννά ερωτήματα για τη λειτουργία των προς συζήτηση χώρων και την ύπαρξη αντίστοιχών τους. Η ελληνική συμμετοχή για την Μπιενάλε της Βενετίας του 2018, διαπραγματεύτηκε τις δυνατότητες των κοινόχρηστων ακαδημαϊκών χώρων. Χώρων εντός κτιρίων και ιδρυμάτων εκπαίδευσης, χώρων ημι - δημόσιου χαρακτήρα, χώρων άτυπης συγκέντρωσης ή περιδιάβασης. Με βάση την αρχική παρατήρηση του Kracauer και τη μελέτη της Μπιενάλε, η παρούσα διπλωματική θα κινηθεί στην προσπάθεια εντοπισμού του κοινού εδάφους των προαναφερθέντων χώρων, οι οποίοι μοιάζει να ξεφεύγουν της δυαδικότητας της περιγραφής ιδιωτικού – δημόσιου, χώρου κίνησης – χώρου στάσης, δρόμου - κτιρίου. Η επιλογή τους, ενέχει ένα εύρος υποκειμενισμού και αφορμάται από μία αυθαίρετη υπόθεση σύνδεσης αυτών, καθώς σε πρώτο επίπεδο τουλάχιστον επιτελούν διαφορετικές λειτουργίες και εξυπηρετούν ανόμοια προγράμματα. Σε μία απόπειρα διερεύνησης της ‘χωρικής εικόνας’ του λόμπι του ξενοδοχείου, θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε μία περιγραφή, από τον ομώνυμο πίνακα του Hopper.Το λόμπι του Hopper είναι ένας σκοτεινός περίκλειστος χώρος, όπου σε πρώτο πλάνο ξεχωρίζουν τρεις ανθρώπινες φιγούρες, σε ένα καθιστικό. Η σύνταξη των επίπλων προσομοιάζει την εικόνα καθιστικού κατοικίας, οι ανθρώπινες φιγούρες ωστόσο, δείχνουν να υπονοούν με τη στάση τους, τη διαφορετική χρήση του. Η γυναικεία καθήμενη φιγούρα στα αριστερά του πίνακα, παρότι βρίσκεται σε εσωτερικό χώρο, φορά το καπέλο και το παλτό της, ενώ ο συνοδός της, κρατά το διπλωμένο του παλτό στο χέρι. Η στάση τους, προδίδει την προσωρινή παραμονή τους. Η κοπέλα στα δεξιά, είναι βυθισμένη στην ανάγνωση του βιβλίου της και τόσο η ένδυσή της, όσο και η χαλαρή στάση του σώματός της, προδίδουν μεγαλύτερη διάρκεια παραμονής και εξοικείωσης με το χώρο. Η αστική παρουσίαση εαυτού και η πιο ιδιωτική – οικιακή, αναμειγνύονται. Καθώς κανείς κινείται στο μεταίχμιο μεταξύ ιδιωτικού – δημοσίου, έννοιες οι οποίες αφορούν την παρουσίαση εαυτού στο δημόσιο χώρο, την αίσθησης του ανήκειν και την ταυτότητα του κατοικείν επαναπροσδιορίζονται. Τα όμοια καθίσματα, τοποθετημένα σε παράταξη και αντικριστά, είναι βασικό συστατικό του σκηνικού του χώρου, καθώς υπάρχουν για να λειτουργήσουν ως υποδοχέας των πρωταγωνιστών του. . Επικρατεί η αίσθηση ησυχίας και ο ρόλος του κρυμμένου και αποστασιοποιημένου υπευθύνου της ρεσεψιόν υποτάσσει, χωρίς να επιβάλλει ενεργητικά, μία συγκεκριμένη κοινωνική συμπεριφορά στον παρευρισκόμενο. Βρίσκεται στις σκιές, όπως ο ιερέας σε ένα χώρο λατρείας, σε χώρο άβατο και θεσπίζει τη λειτουργία του χώρου. Οι σχέσεις θέασης είναι πολωμένες, ο καθένας, γίνεται ταυτόχρονα θεατής και θέαμα, κομμάτι του σκηνικού ή αφήγημα. Ο τρόπος που γίνεται αντιληπτός ο χώρος του λόμπι από τον Hopper και τον Kracauer, περιγράφεται περισσότερο ως χώρος αμέτοχης παραμονής και άσκοπης χαλάρωσης. Στην περιγραφή τους, δε μοιάζει ο χώρος να παρέχει τις προδιαγραφές ενός θύλακα κοινωνικής αλλαγής, λόγω του απρόσωπου χαρακτήρα του. Άγνωστοι, φιλοξενούνται στο χώρο κάποιου, τον οποίο δε γνωρίζουν. Σε αυτόν, τον εσωτερικό χώρο, οι παρευρισκόμενοι τείνουν περισσότερο να ‘συμπεριφέρονται’, παρά να ‘είναι’. Το πλαίσιο, μοιάζει να δημιουργεί αφηγήσεις από πρακτικά, κοινότυπες σκηνές και σχεδόν στατικές αφηγήσεις. Ο χώρος, έρχεται σε άμεση αντίθεση με την εικόνα και το ρυθμό της πόλης. Όπου η δυνατότητα επικοινωνίας, μειώνεται από τη διαρκή ροή και η ταχύτητα αλλαγής σκηνών δεν επιτρέπει την παρατήρηση. Η επίγνωση της παραμονής σε χώρο περίκλειστο, προστατευμένο και ελεγχόμενο, τον οποίο κανείς για να τον προσεγγίσει περνά από διαβαθμίσεις ιδιωτικότητας, δημιουργεί μία λανθάνουσα αίσθηση εσωτερικής συνοχής. Εντονότερη συνοχή και εγγύτητα σε σχέση με αυτή, η οποία ενδεχομένως κανείς αισθάνεται, περπατώντας στο δρόμο μίας πόλης. Ωστόσο, εντός της συνθήκης, οι άνθρωποι παραμένουν μονάδες, άτομα σε αντικριστά καθίσματα. Το 1967, στην Ατλάντα, ανοίγει το πρώτο ξενοδοχείο της αργότερα μεγάλης αλυσίδας πολυτελών ξενοδοχείων Hyatt, με υπεύθυνο αρχιτέκτονα τον John Portman. Το λόμπι, σχεδιάζεται ως ένας χώρος εσωστρεφής, ένας χώρος αυτοαναφοράς. Η σημασία του στη συνολική σύνθεση ωστόσο, γιγαντώνεται με το σχεδιασμό του ως τον ισόγειο χώρο, ενός εσωτερικού αιθρίου - πλατείας και ακολούθως της σύνταξης περιμετρικά αυτού, όλων των δωματίων του ξενοδοχείου, όπως αυτά αναπτύσσονται στο ύψος 22 ορόφων. Ολόκληρη η σύνθεση οργανώνεται γύρω από το ‘κενό’ χώρο του λόμπι. Για τη γλώσσα του ορθολογικού και χρήσιμο - κεντρικού σχεδιασμού, πιθανόν λογίζεται ως ‘χαμένος’ και αναξιοποίητος χώρος. Για όποιον κατορθώσει να αναγνώσει όμως τη σημασία της λειτουργίας του και τη μυθική σχεδόν χροιά που αποκτά για τη λειτουργία του ξενοδοχείου, ανάγει το ‘χτισμένο’ αυτό ‘κενό’ σε αναπόφευκτο και αναγκαίο στοιχείο του σχεδιασμού του αφηγήματός του.Οι σχέσεις βλεμμάτων ενός επιπέδου, που διαβάζονται στον πίνακα του Hoper, στο λόμπι του Hyatt υπερπολλαπλασιάζονται καθ’ ύψος, καθώς το λόμπι του ισογείου συλλειτουργεί με τους περιμετρικούς διαδρόμους – μπαλκόνια. Στις φωτογραφίες της εποχής, τις εικόνες του λόμπι συμπληρώνουν οι χρήστες του, ως αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας του. Χαρακτηριστική είναι η εικόνα του καθιστικού, όπου είναι ορατή η ρεσεψιόν και το καθιστικό οροφής. Ζεύγη ανθρώπων, δημιουργούν συστάδες συζήτησης και μία ξανθιά κοπέλα, ως η επιτομή της σύγχρονης φιγούρας της εποχής της, όμοια με το εξώφυλλο του επιμελώς τοποθετημένου περιοδικού της Vogue, κάτω δεξιά, διαβάζει το βιβλίο της. Η κοπέλα, έρχεται σε άμεση αντιπαραβολή με τον πίνακα του Hopper. Ο επισκέπτης, έχει από τη μία την οικεία αίσθηση του καθιστικού, με έπιπλα τα οποία θα μπορούσαν να βρίσκονται και στο προσωπικό καθιστικό του, αλλά υπό συνθήκες κοινής χρήσης. Σημεία της ιδιωτικής ζωής περνούν στο δημόσιο μάτι. Ο δημόσιος χώρος αποκτά ένα οικείο ενδιαίτημα. Οι εικονιζόμενοι ως ευυπόληπτοι αστοί της εποχής, μοιάζουν με ομοιόμορφο πλήθος. Η ομοιότητα των φιγούρων, ενισχύεται από την ανωνυμία. Το, επί της ουσίας ετερόκλητο πλήθος, άγνωστων μεταξύ τους χρηστών του χώρου, εντός αυτού, εικονίζουν ένα σύνολο, φαινομενικό και κενό βαθύτερου περιεχομένου, καθώς, πέρα από συμπεριφορικές ομοιότητες, η αλήθεια των παρευρισκόμενων ως σύνολο βασίζεται στη συσχέτιση με τον ίδιο το χώρο. Η αλήθεια και το νόημα της κοινότητας του λόμπι, αρχίζει και τελειώνει εντός της περιμέτρου του.Η ‘ιδέα’ του ξενοδοχειακού λόμπι, έτσι όπως παρουσιάζεται στην ταινία Grand Hotel, φανερώνει την αντίληψη του τρόπου λειτουργίας του, στη δράση. Στην ταινία, ξεδιπλώνονται οι ιστορίες μίας ομάδας προσωρινών ενοίκων ενός πολυτελούς ξενοδοχείου στο Βερολίνο. Οι φιλοξενούμενοι βρίσκονται στο ξενοδοχείο για εντελώς διαφορετικούς λόγους και οι χαρακτήρες, έχουν εντελώς διαφορετικό υπόβαθρο. Μετά από σειρά γεγονότων οι διαφορετικοί χαρακτήρες συμπλέκονται, σε μία κοινή αφήγηση. Ο χώρος δεν προσπελαύνεται στιγμιαία. Γίνεται ένα τόπος παραμονής ακόμη και για αυτούς που βιάζονται. Χαρακτηριστική είναι η εικόνα της περιστρεφόμενης θύρας. Εναλλαγή προσώπων, τυχαίες αφίξεις, τυχαία είσοδος ανθρώπων σε κάθε περιστροφή, σαν μηχανή τυχερών παιχνιδιών σε κάθε κατέβασμα του μοχλού. Η διάζευξη του βλέπειν και βλέπεσθαι, επιτυγχάνει την κυρίαρχη μεταλλαγή της συμπεριφοράς εντός του χώρου. Η νέα συμπεριφορά είναι απόλυτα εξαρτημένη από το περιβάλλον. Ανάλογα με το σύστημα αναφοράς, συντάσσεται ο ‘εντοπισμένος εαυτός’, όπως περιγράφει αυτή τη συμπεριφορική μεταλλαγή ο Goffman. Ο ‘εντοπισμένος εαυτός, προκύπτει από την εκτέλεση ενός ‘εντοπισμένου ρόλου’, μιας ‘δεσμίδας δραστηριοτήτων που εκτελούνται φανερά, μπροστά σε μία ομάδα άλλων και διαπλέκεται φανερά με τη δραστηριότητα που αυτοί εκτελούν. Στις ελαιογραφίες του Φλαμανδού ζωγράφου Peeter I Neeffs, με εσωτερικές αναπαραστάσεις εκκλησιών και καθεδρικών της περιοχής της Antwerp στα μέσα του 17ου αιώνα, η εικόνα του εσωτερικού των ναών, μοιάζει να μιμείται πλήρως την εικόνα ενός δρόμου μίας πόλης της εποχής. Καλοντυμένοι και μη, πολίτες, παιδιά, κληρικοί, επαίτες, ζώα, άνθρωποι που προσεύχονται, άνθρωποι που συζητούν, που συναντώνται, που παρακολουθούν ή που απλώς προσπελαύνουν το χώρο, εικονίζονται στο εσωτερικό του κτίσματος της εκκλησίας. Πολλοί από τους καθεδρικούς και τις εκκλησίες τις οποίες σχεδιάζει, αποτελούν μίγμα φαντασίας και πραγματικότητας. Η σειρά ελαιογραφιών πιθανόν να είναι προϊόν παραγγελίας της Καθολικής εκκλησίας, στα πλαίσια προπαγάνδας για την Αντιμεταρρύθμιση. Σε κάθε περίπτωση, γίνεται φανερή η προσπάθεια απεικόνισης του εσωτερικού των εκκλησιών, ως χώρο διεξαγωγής τελετουργιών και ως χώρο επέκτασης του δημόσιου βίου. Η σύνθεση του χτισμένου περιβάλλοντος, παραμένει πανομοιότυπη σε όλη τη σειρά πινάκων. Ο χώρος κάτωθι της στέγης, αφήνεται κενός, με λιγοστά στοιχεία εξοπλισμού, καθίσματα ή επιμέρους σημεία λατρείας και προσευχής, να συγκεντρώνονται πλησίον των περιμετρικών τοίχων ή κοντά στα στοιχεία στήριξης της οροφής. Αντιληπτικά, η κατασκευή της εκκλησίας, όπως παρουσιάζεται στον πίνακα, είναι μία πανύψηλη στέγη με τα παρελκόμενα αυτής στοιχεία κατασκευής, στηριζόμενη σε έναν συμπαγή περιμετρικό τοίχο. Σύμφωνα με τον Kracauer, κάτω από τη σκέπη αυτού του μεγάλου στεγασμένου κενού, η κοινωνία μοιάζει να επαναπροσδιορίζει τον εαυτό της. Ο κοινός σκοπός συνάθροισης εντός του χώρου, μοιάζει να αμβλύνει τις όποιες διαφορές υπάρχουν εκτός αυτού και οι ομοιότητες υπερτονίζονται, κατασκευάζοντας μία νέα συνθήκη. Η ανάγκη αναφοράς σε κάποια ανώτερη σφαίρα αποτελεί παγκόσμιο πολιτισμικό φαινόμενο και η παρούσα μελέτη αντιμετωπίζει το χώρο λατρείας ως τον υλοποιημένο χώρο μίας ανθρώπινης πρόθεσης. Μελετά τη σύλληψη και λειτουργία του ως χώρο που προορίζεται στο να φιλοξενήσει ανθρώπινες δραστηριότητες συλλογικότητας. Για την πόλη ο χώρος λατρείας, παραμένει χώρος – προορισμός, όχι χώρος περιδιάβασης, παρά τους ευσεβείς πόθους του Neefs να τον απεικονίσουν ως επέκταση του δημόσιου βίου. Το όριο του ημι – δημόσιου αυτού χώρου παραμένει στιβαρό. Το περίγραμμά των χώρων είναι απόλυτα και σαφώς καθορισμένο και η διαφορά κλίμακας στο εσωτερικό, θέτει τις προδιαγραφές για μία διαφορετική αναλογία κόσμου. Ακόμη και ο εντελώς αντισυμβατικού σχεδιασμού καθεδρικός των Philip Johnson και John Burgee, Crystal Cathedral, εμπεριέχει στο σχεδιασμό του, την ιδέα της κατασκευής ‘κόσμου’ εντός του. Θυμίζει αναφορές στην ιστορία, τη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο για τη δημιουργία ενός υπερμεγέθους κρυστάλλινου θερμοκηπίου, όπου εντός του προστατευμένη από τη σπίλωση του έξω κόσμου θα επανα - ανακαλυφθεί η κοινωνία. Κάτω από τον κατασκευασμένο ουρανό και προφυλαγμένη από τον υπαρκτό κόσμο πραγματοποιείται η μίμηση του οράματος μίας άλλης, ουτοπικής κοινωνίας. Η συμβίωση, με την έννοια της παραμονής και άτυπης συναναστροφής σε κοινό χώρο, οδηγεί στην μείωση των εξάρσεων διαφοροποίησης μεταξύ των υποκειμένων και στο λόμπι και στο ναό. Η συγκέντρωση των ατόμων παράγει εσωτερικές σχέσεις. Όταν κανείς εισέρχεται στον εκάστοτε χώρο, απεκδύεται της ιδιότητας του ατόμου του και εισέρχεται ως υποστηρικτής της συντασσόμενης κοινότητας. Βασική διαφορά ωστόσο, παραμένει το βάθος στο οποίο συμβαίνει αυτή η αλλαγή. Βασική διαφοροποίηση λόμπι και χώρου λατρείας, θα είναι πάντοτε η ιστορία – και η Ιστορία - της κοινότητας που τους χρησιμοποιεί. Η κοινότητα που στεγάζει ο ναός, προϋπάρχει. Ο ίδιος ο χώρος υπονοεί την ύπαρξή της. Ακόμη και όταν στέκει άδειος ή κλειστός και απροσπέλαστος, η παρουσία του είναι δηλωτική της ύπαρξης της κοινότητας των ατόμων, που τον δημιούργησε. Ο επισκέπτης του χώρου εισέρχεται και έχει επίγνωση της κοινής καταγωγής και του κοινού προορισμού του με τους λοιπούς παρευρισκόμενους. Παράλληλα με τον κοινό χώρο, υπάρχει ένα κοινό αφήγημα. Η περιγραφή θυμίζει χαρακτηριστικά που συναντά κανείς στους κοινόχρηστους ακαδημαϊκούς χώρους. Το ακαδημαϊκό κοινό αποτελεί περιοχή κατεύθυνσης και γνώσης. Κατ’ αντιστοιχία με την εκκλησία, η συγκέντρωση πραγματοποιείται από ανθρώπινες μονάδες οι οποίες συνιστούν εντός και εκτός του χώρου αναγνωρίσιμη κοινότητα, την ακαδημαϊκή. Αυτό το οποίο ενώνει και προβάλλει την ‘κατεύθυνση’ στους παρευρισκόμενους, ως το αντίστοιχο της κοινής πίστης – κοινού δόγματος, είναι η κοινή αιτία παρουσίας στο χώρο, η κοινή επιθυμία παραμονής και μάθησης, εντός αυτού. Αυτό είναι το κοινό σημείο των παρευρισκομένων, που περνά στη συνειδητή τους αντίληψη και λογίζουν την ομάδα ατόμων πέριξ αυτών, ‘κοινότητα’. Ο χώροι αυτοί δεν ορίζονται αμιγώς ούτε ως χώροι διοχέτευσης ούτε ως χώροι παραμονής. Είναι οι χώροι που μπορούν να εμφανιστούν όλα, την ίδια στιγμή που στο χώρο, εξ ορισμού, δεν υπάρχει τίποτα. 28 Χαρακτηριστικό συνυφασμένο με τη λειτουργία τέτοιων χώρων μοιάζει να είναι η παροδικότητα. 29 Γεμάτοι κόσμο ή άδειοι, με κόσμο σε συνεχή κίνηση ή στατικό, μοιάζουν να μην εκπλήσσουν με την εικόνα τους, καθώς έχουν σχεδιαστεί για να φιλοξενήσουν όλα τα πιθανά σενάρια χρήσης. Εντός του χώρου, η μάζα του κτιρίου υποχωρεί για να φιλοξενήσει τη δραστηριότητα της φιλοξενούμενης κοινότητας και το θέαμα των ανθρώπων που κάθονται, κινούνται, επικοινωνούν συνιστά κομμάτι της λειτουργίας του κτιρίου. Στα αίθρια της Φιλοσοφικής, των Λάζαρου Καλυβίτη και Γιώργου Λεωνάρδου, πέραν της περιμετρικά κλιμακωτής διαμόρφωσης του δαπέδου και των εμφανών στοιχείων του φέροντος οργανισμού του κτιρίου δεν υπάρχει κανένα άλλο στοιχείο σχεδιασμού. Τα κλιμακωτά επίπεδα, αξιοποιούνται άλλοτε ως διάδρομος, άλλοτε ως καθίσματα, άλλοτε ως χώρος έκθεσης. Οι περιμετρικοί των αίθριων διάδρομοι λειτουργούν καθ’ ύψος, άλλοτε ως χώρος προσπέλασης, άλλοτε ως παρατηρητήρια – εξώστες των δρώμενων του αιθρίου, άλλοτε ως καθ’ ύψος επέκταση αυτού. Τα όρια καταλύονται και επανεγκαθίστανται, οι αφηγήσεις σταματούν και ξεκινούν, οι φιλοξενούμενοι εισέρχονται ή εξέρχονται. Ο χώρος λειτουργεί ως υποδοχέας και παραμένει αδρανής όντας άδειος, καθώς δεν είναι ποτέ πλήρες αντικείμενο, στερούμενος τους ανθρώπους που φιλοξενεί. Αποκτά το πλήρες των δυνατοτήτων του, από το περιθώριο που αφήνει στην ανάπτυξη των εσωτερικών αφηγημάτων. Η συνείδησή του, μοιάζει να διαμορφώνεται λιγότερο από τα χαρακτηριστικά του που βρίσκονται εκεί και περισσότερο από τα στοιχεία που εκλείπουν ή υπαινίσσονται την παρουσία τους. Όπου απουσιάζει η συνέχεια του κατασκευασμένου κόσμου, αφήνεται ανοιχτή η δυνατότητα συνέχισης της δημιουργίας του, καθώς ο χώρος αφήνει το περιθώριο στην κοινότητα να τον φαντασιωθεί, να τον συνυφάνει, να τον επαναδιατυπώσει. Εάν ο εξαντλητικός σχεδιασμός, με τη λεπτομερή πρόβλεψη, μειώνει την ελευθερία, τότε η ελευθερία μπορεί να αποκτηθεί μόνο σε ένα είδους ‘κενό’. Το εν λόγω κενό, δεν είναι ένα tabula rasa, εμπεριέχει χαρακτηριστικά προ – σχεδιασμένα και προ- - καθορισμένα, ωστόσο ο κάθε παρευρισκόμενος, δύναται να ανασύρει ελεύθερα και αυτοβούλως αυτά τα χαρακτηριστικά, να εφεύρει τρόπους χρήσης και απόδοσης του χώρου. Από το να εφεύρει σημεία να καθίσει, σημεία να σταθεί, τρόπους να δημιουργήσει ‘τόπους’ για να χρησιμοποιήσει. Ο ‘κενός’ χώρος του λόμπι και της εκκλησίας, τα ‘κενά’ μέσα στα κτίρια εκπαίδευσης, είναι χώρος εμφάνισης ενός ‘κόσμου’, όπου διαμορφώνεται έστω και παροδικά μία άλλη κοινότητα, διαφορετική από αυτή που θα διαμορφωνόταν σε έναν αμιγώς εσωτερικό ή απόλυτα δημόσιο χώρο, με άλλους κανόνες από αυτούς που θα ίσχυαν εντός μίας κλειστής αίθουσας ή μιας ανοιχτής πλατείας. Στη σύγχρονη πόλη, οι στιγμές συλλογικής παραμονής εκλείπουν από την οργάνωση της λειτουργίας της. Στόχος της συλλογικής παραμονής, δεν είναι η επικοινωνία μιας κατεύθυνσης, αλλά η διάχυσή της, η διασπορά, η τυχαιότητα. Το παρόν κείμενο, επιχειρεί την ιχνηλάτηση των ενδιάμεσων γεωγραφιών του χτισμένου περιβάλλοντος που δύνανται να επανατροφοδοτήσουν την αρχιτεκτονική ως αφήγημα. Εντοπίζεται η ανάγκη πρόβλεψης και σχεδιασμού χώρων, οι οποίοι απεκδυόμενοι από συγκεκριμενοποίηση λειτουργίας, μένουν ανοιχτοί σε προβολές και αυξάνουν την ελευθερία στη χρήση τους. Χώροι οι οποίοι όντας σε οριακό σημείο σε σχέση με συσχετίσεις, παραμένουν ανοιχτοί στο νόημα. Στο αστικό φαντασιακό του ξενοδοχείου, στην κατασκευή κόσμου εντός χώρου λατρείας, στην ανοιχτή δυνατότητα του ακαδημαϊκού κοινού, εντοπίζεται το μείγμα μορφής, περιεχομένου και Ιστορίας που συνταράσσει τις κοινωνικές, εντός τους, συσχετίσεις. Οι χώροι αυτοί, δημιουργούν τις συνθήκες αφηγηματικής αρχιτεκτονικής, η οποία κατασκευάζει μία νέα εμπειρία ανάγνωσης και βίωσης του χώρου. | el |
heal.advisorName | Κωνσταντόπουλος, Ηλίας | el |
heal.advisorName | Konstantopoulos, Elias | en |
heal.committeeMemberName | Τουρνικιώτης, Παναγιώτης | el |
heal.committeeMemberName | Καλακαλλάς, Ανδρέας | el |
heal.academicPublisher | Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών | el |
heal.academicPublisherID | ntua | |
heal.numberOfPages | 206 | |
heal.fullTextAvailability | true |
Οι παρακάτω άδειες σχετίζονται με αυτό το τεκμήριο: