heal.abstract |
Η Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια παρουσίασε μία ραγδαία ανάπτυξη στην εγκατάσταση Φ/Β συστημάτων, Χαμηλής και Μέσης Τάσης, την οποία όμως ακολούθησε μια ξαφνική ύφεση, ύστερα από την σημαντική μείωση στην τιμή πώλησης
της ενέργειας. Η παρούσα διπλωματική εργασία λοιπόν, μελετά την προοπτική επένδυσης από έναν οικιακό καταναλωτή, σε Φωτοβολταϊκό σύστημα Χαμηλής Τάσης, υπό την πολιτική του ενεργειακού συμψηφισμού. Πιο συγκεκριμένα, ο σκοπός της
εργασίας είναι μέσα από την εύρεση της βέλτιστης διαστασιολόγησης του συστήματος,αρχικά για ένα απλό οικιακό σύστημα και στη συνέχεια για οικιακό σύστημα με αποθήκευση μέρους της ενέργειας που παράγει, να υπολογιστεί το πραγματικό
όφελος για τον οικιακό αυτοπαραγωγό και να αποτυπωθούν τα αποτελέσματα, ώστε να υπάρχει δυνατότητα σύγκρισης των περιπτώσεων. Στα πλαίσια της κάλυψης όλων των αναγκών οικιακού καταναλωτή, προτιμήθηκε να αναλυθούν πρώτα οι δύο
προαναφερθείσες περιπτώσεις για Οικιακό Τιμολόγιο Γ1 και στη συνέχεια, για ίδιες απαιτήσεις στην ετήσια κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, για Οικιακό Τιμολόγιο Γ1Ν.
Για να επιτευχθούν οι παραπάνω στόχοι, χρησιμοποιήθηκαν κατάλληλοι οικονομικοί δείκτες αξιολόγησης, συναρτήσει κάποιων παραδοχών που έπρεπε να γίνουν, ώστε να εξαχθούν το δυνατόν ασφαλέστερα και πιο ολοκληρωμένα συμπεράσματα.
Αρχικά, έγινε αναφορά στην πορεία της διεθνoύς ανάπτυξης των Φ/Β συστημάτων μέχρι σήμερα, στους λόγους που καθιστούν αναγκαία τη χρήση τους, στις εφαρμοζόμενες πολιτικές στήριξής τους στην Ελλάδα και στα οφέλη των οικιακών Φ/Β συστημάτων. Επιπλέον, γίνεται αναφορά στην ενεργειακή αποθήκευση και την
ενσωμάτωση της τελευταίας σε οικιακά Φ/Β συστήματα, παρουσιάζονται τα οικιακά τιμολόγια και περιγράφονται οι όροι και προϋποθέσεις για ενεργειακό συμψηφισμό που ισχύουν σύμφωνα με τα ελληνικά δεδομένα.
Στη συνέχεια, γίνεται διαστασιολόγηση του Φ/Β συστήματος βάσει των απαιτήσεων που έχουν οριστεί για έναν οικιακό καταναλωτή ετήσιας κατανάλωσης 5000 kWh και αναλύονται τα κόστη που απαιτούνται για την υλοποίησή είτε της απλής περίπτωσης
είτε αυτής με την αποθήκευση. Επίσης, παρουσιάζονται και αναλύονται τα αποτελέσματα των τεχνοοικονομικών μελετών των εν λόγω περιπτώσεων, αρχικά για το Τιμολόγιο Γ1 και στη συνέχεια για το τιμολόγιο Γ1Ν.
Τέλος, γίνεται αναφορά στον παράγοντα του κινδύνου, που υπάρχει κατά τη λήψη μιας αντίστοιχης επενδυτικής απόφασης από τον καταναλωτή, ο οποίος προσδιορίζεται στη καθαρή παρούσα αξία της επένδυσης με την μέθοδο της ανάλυσης ευαισθησίας και εξετάζεται για όλες τις περιπτώσεις οικιακών τιμολογίων που αναλύθηκαν για τις ανάγκες της εργασίας. |
el |