heal.abstract |
Σε πολυώροφα κτίρια με ασύμμετρες κατόψεις τα οποία υποβάλλονται σε οριζόντιες σεισμικές δυνάμεις, τα διαφράγματα των ορόφων υφίστανται ταυτόχρονα μεταφορικές και στρεπτικές μετακινήσεις. Οι μετακινήσεις αυτές δημιουργούν στα φέροντα δομικά στοιχεία της κατασκευής τάσεις και παραμορφώσεις διαφορετικές από εκείνες που θα αναπτύσσονταν στα ίδια στοιχεία, εάν η κατασκευή ήταν συμμετρική και ως εκ τούτου η μετακίνηση κατά κύριον λόγο μεταφορική. Μετασεισμικές παρατηρήσεις δείχνουν ότι ένα μεγάλο ποσοστό βλαβών ή και καταρρεύσεων κτιρίων με ασύμμετρες κατόψεις, αποδίδεται στις έντονες στρεπτομεταφορικές ταλαντώσεις, οι οποίες φέρεται να δημιουργούν υψηλές απαιτήσεις πλαστιμότητας στα περιμετρικά ιδίως φέροντα στοιχεία όπου και η παρουσία στρεπτικών μετατοπίσεων είναι εντονότερη. Ορμώμενοι ως μηχανικοί από τις παραπάνω σκέψεις αλλά και ως απλοί παρατηρητές παραδειγμάτων της καθημερινότητας όπου για λόγους πρακτικούς ή αρχιτεκτονικούς (στοές, περιορισμοί ιδεατού στερεού, διέλευση οχημάτων στο ισόγειο) η έκκεντρη ενίσχυση θα ήταν προτιμητέα ή και αναγκαστική, επιχειρούμε στην παρούσα εργασία να διερευνήσουμε, με εκπόνηση χαρακτηριστικών παραδειγμάτων, του κατά πόσον διάφορες μορφές έκκεντρης (σε σχέση με τις κατόψεις ή/και τις όψεις ορόφων) και ως προς τους κανονισμούς ¨ακατάλληλης¨ ή και απαγορευτικής ενίσχυσης κτιρίου με προσθήκη τοιχωμάτων είναι δυνατόν να έχει αρνητικά αποτελέσματα σε υφιστάμενα, μη ενισχυόμενα, μέλη. Αναμφίβολλα μια συμμετρική ενίσχυση εγγυάται και μια καλύτερη συμπεριφορά του φορέα, αναρωτώμαστε όμως ποια η «απώλεια» της έκκεντρης ενίσχυσης σε σχέση με την αντίστοιχη ενίσχυση χωρίς εκκεντρότητα και αν τελικά το χάσμα μεταξύ των δύο αυτών λύσεων είναι μικρότερο από όσο πιστεύεται. Επίσης διερωτώμαστε την αναγκαιότητα εύρεσης του πλασματικού ελαστικού άξονα και τη χρησιμότητα αυτού, με τον οποίον ο Ελληνικός Αντισεισμικός Κανονισμός (ΕΑΚ2000) αντιμετωπίζει το ούτως ή άλλως απαιτητικό πρόβλημα της εύρεσης του κατακόρυφου ελαστικού άξονα σε πολυώροφα κτίρια. |
el |