heal.abstract |
Στην παρούσα διπλωµατική εργασία αναπτύσσουµε το θεσµό της τηλεργασίας ως µια ευέλικτη µορφή απασχόλησης, η οποία κερδίζει ευρεία εφαρµογή και αποδοχή υπό το πρίσµα, των κοινωνικών εξελίξεων, των τεχνολογικών αλλαγών και της πρόσφατης υγειονοµικής κρίσης του Covid-19. Ανάµεσα στις ευέλικτες µορφές εργασίας, η τηλεργασία θεωρείται ως µία από τις περισσότερο αποκλίνουσες, από την τυπική µορφή, καθώς η εφαρµογή της καταργεί µια σειρά από βασικούς πυλώνες της τυπικής απασχόλησης, όπως τον τόπο, το χρόνο και τη διάρκεια εκτέλεσης των εργασιακών καθηκόντων. Σχηµατίζουµε ένα θεωρητικό εννοιολογικό πλαίσιο, παραθέτοντας πληροφορίες από την τρέχουσα βιβλογραφία, µε σκοπό την κατανόηση των όρων της ευελιξίας στην απασχόληση, της τηλεργασίας, της δυνατότητας για τηλεργασία (Teleworkability), και παρουσιάζουµε το ισχύον εθνικό και ευρωπαϊκό θεσµικό πλαίσιο. Η µελέτη µας επεκτείνεται σε θέµατα σχετικά µε τα οφέλη και τις επιπτώσεις της τηλεργασίας στους τηλεργαζόµενους, τις επιχειρήσεις, το περιβάλλον και την κοινωνία. Τα ευρήµατα της µελέτης, περιλαµβάνουν αντικρουόµενα αποτελέσµατα στη συµβολή της τηλεργασίας στην ισορροπία επαγγελµατικής και προσωπικής ζωής, την παραγωγικότητα, την εργασιακή ικανοποίηση, τα επίπεδα του άγχους και την περιβαλλοντική βιωσιµότητα, τα οποία σε συνδυασµό µε τις ανησυχίες σχετικά µε την ισορροπία της αυτονοµίας και του ελέγχου των εργαζόµενων, την κοινωνική αποµόνωση και άλλα ζητήµατα που περιγράφονται στο κείµενο, εγείρουν προβληµατισµούς γύρω από το εαν η τηλεργασία αποτελεί τελικά ένα χρήσιµο εργαλείο ή ένα πιθανό εµπόδιο στη σύγχρονη κοινωνία, καθιστώντας απαραίτητη τη νοµοθετική κάλυψη σε θέµατα που δεν καλύπτονται ή έχουν ρυθµιστεί µερικώς, όπως η διασυνοριακή τηλεργασία, το δικαίωµα αποσύνδεσης, θέµατα τεχνολογικού εξοπλισµού, ιδιωτικότητας, ισότητας, υγείας, ασφάλειας και θέµατα προσωπικών δεδοµένων, προκειµένου να αµβλυνθούν οι τυχόν αρνητικές επιπτώσεις από την τηλεργασία. Η βιβλιογραφία παραµένει διχασµένη, όµως, το ενδιαφέρον για την τηλεργασία τα τελευταία χρόνια µε κορύφωση την τριετία που µας πέρασε, είναι αναζωπυρούµενο, αφού όλο και περισσότεροι εργαζόµενοι εργάζονται τουλάχιστον ένα µέρος των ωρών εργασίας τους από το σπίτι. Όπως µας δείχνει η έρευνα που ακολουθεί στη µελέτη µας, ενώ το ποσοστό των εργαζόµενων, οι οποίοι δεν τηλεργάζονταν καθόλου πριν από την πανδηµία ήταν της τάξεως του 86%, µε το πέρας των περιοριστικών µέτρων, δεν επανήλθε το σύνολο αυτών στο γραφείο, αλλά µόνο το 51%. Με άλλα λόγια το υπόλοιπο 35%, διατήρησε κάποιες ηµέρες τηλεργασίας. Επιπρόσθετα, σύµφωνα µε τα δεδοµένα της παρούσας έρευνας, στην περίπτωση, που οι εργαζόµενοι θα είχαν τη δυνατότητα να επιλέξουν τον τόπο, όπου θα εκτελούν τις εργασιακές τους δραστηριότητες, το γραφείο µε 12.7% συγκέντρωσε το µικρότερο ποσοστό, ακολουθεί το σπίτι µε 16,1%, ενώ η πλειοψηφία επιλέγει το υβριδικό µοντέλο απασχόλησης µε 71,2%. Συνοψίζοντας, µέχρι πριν λίγα χρόνια η µελέτη και η εφαρµογή της τηλεργασία δεν απασχολούσε τις περισσότερες επιχειρήσεις. Ωστόσο δεν µπορούµε να γνωρίζουµε εάν το γεγονός αυτό, οφείλεται στα µειονεκτήµατα που τη συνοδεύουν ή στην έλλειψη της εξοικείωσης και της ανάγκης για µια τέτοια µετάβαση. Αυτό που διαφαίνεται είναι ότι, η αναγκαστική στροφή προς την τηλεργασία, η οποία προκλήθηκε από την πανδηµία, θα συνεχιστεί, ενώ είναι µάλλον απίθανο να επιστρέψουµε στην κατάσταση προ πανδηµίας, αφού τα ευρήµατα δείχνουν πως, στους τοµείς, όπου δεν έιναι απαραίτητη η φυσική παρουσία, οι εργαζόµενοι και οι επιχειρήσεις προτιµούν την τηλεργασία έναντι της δια ζώσης απασχόλησης. |
el |