heal.abstract |
Στον τομέα των μεταφορών, τα καύσιμα παραδοσιακά παράγονται αποκλειστικά από ορυκτές πρώτες ύλες. Η ταχεία μείωση των αποθεμάτων αργού πετρελαίου, σε συνδυασμό με τις περιβαλλοντικές ανησυχίες για την κλιματική αλλαγή, δημιούργησαν την ανάγκη για
ανανεώσιμες και βιώσιμες πηγές ενέργειας. Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο του Κιότο και τις
Ευρωπαϊκές Οδηγίες 2009/28/ΕΚ και 2009/30/ΕΚ, κρίνεται υποχρεωτική η προσθήκη
βιοκαυσίμων στα καύσιμα μεταφορών με σκοπό τη μείωση των εκπομπών αερίων του
θερμοκηπίου και του περιβαλλοντικού αντίκτυπου των καυσίμων.
Τα βιοκαύσιμα που χρησιμοποιούνται στη χώρα μας είναι το βιοντίζελ (FAME), η βιοαιθανόλη
και το ETBE που παράγεται από βιοαιθανόλη. Το ποσοστό ανάμιξης βιοντίζελ αυξάνεται
διαρκώς τα τελευταία χρόνια, με τη μέγιστη περιεκτικότητα αυτή τη στιγμή να φτάνει το 7%
(κ.ο).
Ο σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η διερεύνηση της ανταπόκρισης των
συντελεστών διόρθωσης όγκου για την αναγωγή της πυκνότητας πετρελαϊκών προϊόντων
(ντίζελ με βιοντίζελ, βενζίνη με βιοαιθανόλη και ΕΤΒΕ και ναυτιλιακό ντίζελ) σε θερμοκρασία
αναφοράς 15οC και των συντελεστών διόρθωσης όγκου στη θερμοκρασία αναφοράς. Για τον
σκοπό αυτό, συλλέχθηκαν συνολικά 40 δείγματα ντίζελ κίνησης, 45 δείγματα βενζίνης και 13
δείγματα ναυτιλιακού ντίζελ. Τα δειγματα βενζίνης και diesel προέρχονταν από πρατήρια της
ελληνικής αγοράς και δεν ηταν διαφοροποιημενα ως προς την περιεκτικοτητα σε οξυγονουχα
συστατικα ή FAME αντίστοιχα. Τα marine diesel προέρχονταν από δεξαμενες εγκαταστάσεων
που τα διακινούν σε αντίστοιχους καταναλωτές.
Για το σύνολο των δειγμάτων πραγματοποιήθηκαν μετρήσεις πυκνότητας με τη συσκευή
Stabinger SVM 3000 της εταιρείας Anton Paar, η οποία συμμορφώνεται με την πρότυπη
μέθοδο μέτρησης πυκνότητας EN ISO 12185 (ASTM D4052-22), σε θερμοκρασίες 5°C, 10°C,
15°C, 20°C, 25°C και 30°C. Για κάθε δείγμα πραγματοποιήθηκαν τέσσερεις επαναλήψεις.
Για την εκτίμηση της ποιότητας των αποτελεσμάτων, έγινε έλεγχος της ορθότητας των
μετρήσεων της συσκευής SVM 3000 με τη χρήση πιστοποιημένου υλικού αναφοράς. Τα
αποτελέσματα των υπολογισμών των υλικών αναφοράς έδειξαν πως η ορθότητα των
μετρήσεων είναι αποδεκτή για όλες τις θερμοκρασίες που εξετάστηκαν.
Μέσω σύγκρισης των μετρημένων πειραματικά και των υπολογισμένων θεωρητικά
πυκνοτήτων συμπεραίνεται ότι η ανταπόκριση των συντελεστών διόρθωσης όγκου για
αναγωγή της πυκνότητας σε θερμοκρασία αναφοράς του πίνακα ASTM 53Β διαφέρει ανάμεσα
σε δείγματα βενζίνης και δείγματα ντίζελ. Ειδικότερα, οι τιμές πυκνότητας στους 15 οC που
υπολογίστηκαν για τα δείγματα ντίζελ (κίνησης και ναυτιλίας) είναι όλες σε επιτρεπτά όρια
(εντός των ορίων επαναληψιμότητας της μεθόδου που εξετάστηκε) ανεξάρτητα από τη
θερμοκρασία παρατήρησης ,σε αντίθεση με τα δείγματα βενζίνης όπου οι τιμές πυκνότητας
στους 15 οC που υπολογίστηκαν από τις αντίστοιχες τιμές πυκνοτήτων σε θερμοκρασίες
5,20,25 oC είναι εκτός των ορίων επαναληψιμότητας .Αναφορικά με τις τιμές των πινάκων
ASTM 54Β , αυτές ανταποκρίνονται ικανοποιητικά για κάθε τύπο καυσίμου ντίζελ, ενώ
παρουσιάζουν πρόβλημα μόνο στις πυκνότητες των βενζινών στους 30οC.
Οι συντελεστές VCF του πίνακα ASTM 54Β ανταποκρίνονται πολύ καλύτερα στα μείγματα
βενζίνης/ΕΤΒΕ από ότι στα βενζίνης/ΕΤΒΕ/αιθανόλης ,ενώ οι τιμές του πίνακα ASTM 53B
παρουσιάζουν παρόμοια συμπεριφορά και για τους δύο τύπους προσθέτων στις βενζίνες |
el |