HEAL DSpace

Νευρο-φαινομενολογία και αρχιτεκτονική: η συνήθεια ως χωρική έκφραση της γνωστικής λειτουργίας

Αποθετήριο DSpace/Manakin

Εμφάνιση απλής εγγραφής

dc.contributor.author Τεχνίτης, Τσαμπίκος-Μάριος el
dc.contributor.author Technitis, Tsampikos-Marios en
dc.date.accessioned 2025-07-07T10:58:25Z
dc.date.available 2025-07-07T10:58:25Z
dc.identifier.uri https://dspace.lib.ntua.gr/xmlui/handle/123456789/62131
dc.identifier.uri http://dx.doi.org/10.26240/heal.ntua.29827
dc.description Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Μεταπτυχιακή εργασία. Διεπιστημονικό - Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών (Δ.Π.Μ.Σ.) "Έρευνα στην Αρχιτεκτονική: Σχεδιασμός - Χώρος - Πολιτισμός, Γνωσιολογία της Αρχιτεκτονικής (Κατ. Α')" el
dc.rights Default License
dc.subject Νευροεπιστήμη el
dc.subject Φαινομενολογία el
dc.subject Γνωστική λειτουργία el
dc.subject Συνήθεια el
dc.subject Σημειογραφία el
dc.subject Neuroscience en
dc.subject Phenomenology el
dc.subject Cognition el
dc.subject Habit el
dc.subject Notation el
dc.title Νευρο-φαινομενολογία και αρχιτεκτονική: η συνήθεια ως χωρική έκφραση της γνωστικής λειτουργίας el
dc.title Neuro-phenomenology and architecture: habit as a spatial expression of cognition en
heal.type masterThesis
heal.classification Αρχιτεκτονική el
heal.language el
heal.access free
heal.recordProvider ntua el
heal.publicationDate 2025-03-16
heal.abstract Η παρούσα διπλωματική εργασία διερευνά το βαθμό στον οποίο ο αρχιτεκτονικός χώρος ενισχύει τη γνωστική λειτουργία του ανθρώπου, συνδυάζοντας γνώσεις από τη φιλοσοφία της φαινομενολογίας και την επιστήμη της γνωστικής λειτουργίας. Η αυξανόμενη έρευνα στον τομέα της γνωστικής επιστήμης εμπλουτίζει τις προϋπάρχουσες θεωρήσεις για το υποκείμενο και αναδεικνύει τη σημασία του περιβάλλοντος στη γνωστική διαδικασία, το οποίο οφείλεται στην πλαστικότητά της – δηλαδή, στην ικανότητα της νοήσης να επηρεάζεται, να προσαρμόζεται και να μεταβάλλεται με βάση το εξωτερικό περιβάλλον (Samaržija, 2018). Δεδομένου ότι οι περισσότερες καθημερινές εμπειρίες εκτυλίσσονται σε αρχιτεκτονικά σχεδιασμένους χώρους, καθίσταται φανερή η σημασία της αρχιτεκτονικής ως πεδίου, αφού ο χώρος επηρεάζει τα υποκείμενα σε νευρωνικό, νοητικό και σωματικό επίπεδο. Κατά συνέπεια, αναγνωρίζεται η ανάγκη αναβάθμισης της σχεδιαστικής διαδικασίας, ώστε ο χώρος να ανταποκρίνεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στους κατοίκους του, συμβάλλοντας στη γνωστική τους λειτουργία. Στο πλαίσιο αυτό, τα ερωτήματα στα οποία επιχειρεί να απαντήσει η παρούσα εργασία είναι: α) πώς ο αρχιτεκτονικά σχεδιασμένος χώρος μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη της γνωστικής λειτουργίας του υποκειμένου, και β) ποιο είναι το σχεδιαστικό πλαίσιο στο οποίο η αρχιτεκτονική συντονίζεται με τον ανθρώπινο οργανισμό και τις νευροφυσιολογικές του λειτουργίες. Σύμφωνα με την εναδραστική (enactive) προσέγγιση της γνωστικής λειτουργίας, το άτομο και το περιβάλλον θεωρούνται ως ένα σύστημα όπου κάθε μέρος εμπεριέχεται στο άλλο μέσω της αλληλεπίδρασης (Varela, Thompson, Rosch, 2016). Το σώμα και ο νους συνιστούν μια ενότητα, όπου ο νους είναι διαμοιρασμένος σε όλο το σώμα, δηλαδή είναι ενσώματος. Επιπλέον, η γνωστική λειτουργία είναι «μια μορφή ενσώματης δράσης», όπου «οι γνωσιακές δομές και διαδικασίες προκύπτουν από αισθητικοκινητικά μοτίβα αντίληψης και δράσης», μέσα από τη δυναμική αλληλεπίδραση ατόμου-περιβάλλοντος (Thompson, 2005: 408). Το περιβάλλον γίνεται ενεργά αντιληπτό μέσω του σώματος με αισθητικοκινητικό περιεχόμενο που εκφράζεται ως τρόποι αλληλεπίδρασης με αυτό και, με αυτόν τον τρόπο, νοηματοδοτείται. Ταυτόχρονα, οι περισσότερες διαδικασίες του υποκειμένου εντός του αρχιτεκτονικού χώρου εκτελούνται σε προ-αντανακλαστικό επίπεδο και, λόγω επαναληψιμότητας – ιδιαίτερα όταν πρόκειται για έναν οικείο χώρο – δημιουργούνται συνήθειες. Κατά συνέπεια, διατυπώνεται η εξής υπόθεση: Εάν η αρχιτεκτονική δημιουργεί συνήθειες, δηλαδή ενσωματωμένους τρόπους αλληλεπίδρασης με τον αρχιτεκτονικό χώρο, τότε, αν ο σχεδιασμένος φυσικός χώρος ανατρέπει αυτές τις συνήθειες, μπορεί να δημιουργήσει νέους τρόπους σύνδεσης με το περιβάλλον, νέες σωματικές αλληλεπιδράσεις και να ενισχύσει τη γνωστική λειτουργία των κατοίκων. Προκειμένου να διερευνηθεί αυτή η υπόθεση, η εργασία εμβαθύνει στις θεωρήσεις της ενσώματης, εναδραστικής και ριζικής ενσώματης προσέγγισης της γνωστικής λειτουργίας, καθώς και στη φαινομενολογική φιλοσοφία. Όπως υποστήριξε ο Maurice Merleau-Ponty, η συνείδηση δεν εμφανίζεται στο επίπεδο του «σκέφτομαι», αλλά στο επίπεδο του «μπορώ» (Merleau-Ponty, 2016: 242). Μέσα από ποιοτική έρευνα στα εν λόγω πεδία, η εργασία χρησιμοποιεί τον πυρήνα της δομής της γνωστικής λειτουργίας και τον αξιοποιεί για να δημιουργήσει ένα σύστημα αποτύπωσης της συνήθειας στον αρχιτεκτονικό χώρο. Το σύστημα αυτό συνδέει τον φυσικό χώρο με τις σωματοαισθητηριακές και κινησιοκεντρικές συνήθειες. Έτσι, υποστηρίζεται ότι η συνήθεια συγκροτείται με τρεις αλληλένδετους τρόπους που δημιουργούν τρεις τύπους βιωμένου χώρου: τον χώρο των διαθεσιμοτήτων (δυνατοτήτων αλληλεπίδρασης), τον χώρο των κιναισθητικών μοτίβων και τον χώρο των μυϊκών αισθήσεων. Ο πρώτος περιγράφει τι κάνει το υποκείμενο ως προς την αλληλεπίδραση, ενώ οι άλλοι δύο περιγράφουν το πώς την εκτελεί. Ο χώρος προσεγγίζεται ως χωρικές καταστάσεις, αποτελούμενες από πρωτογενή και δευτερογενή στοιχεία. Πρωτογενή στοιχεία είναι οντότητες που φέρουν έναν συγκεκριμένο τύπο διαθεσιμότητας, όπως η σκάλα που φέρει την ανάβαση ή την κατάβαση. Αντιθέτως, τα δευτερογενή στοιχεία είναι ποιότητες που καθορίζουν το γενικό τόνο της κατάστασης, όπως η χωρική διάταξη, η γεωμετρία, το φως, η θερμοκρασία, η υφή – στοιχεία που δεν φέρουν από μόνα τους διαθεσιμότητες, αλλά επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο αυτές εκτελούνται. Η έρευνα αυτή καταλήγει σε μια προσέγγιση που αντιλαμβάνεται τον αρχιτεκτονικό χώρο ως πεδίο κίνησης και σωματοαισθητηριακής αλληλεπίδρασης μεταξύ φυσικού χώρου και υποκειμένου, όπου κάθε τύπος χώρου περιλαμβάνει ορισμένα «μητρώα» (registers). Αυτά σχηματίζουν κάθετες και γραμμικές σχέσεις μεταξύ τους στους τρεις τύπους χώρου και μπορούν να αξιοποιηθούν κατά τη διάρκεια της σχεδιαστικής διαδικασίας ως εργαλεία για την υπέρβαση των παραδοσιακών, δεδομένων συνηθειών. Επιπλέον, κάθε μητρώο αποτυπώνεται σε ένα σύστημα σημειογραφίας για το σχεδιασμό. el
heal.abstract The thesis explores the extend to which architectural space enhances human cognition, combining insights from the philosophy of phenomenology and cognitive science. The growing research in cognitive science both enriches pre-existing considerations about the subject and highlights the importance of the environment in cognition, that lies in its plasticity, the ability of cognition to be influenced, adapted and changed based on the external environment (Samaržija, 2018). Since most of the everyday environments in which we find ourselves are architecturally designed spaces, the importance of the architectural discipline and is revealed, as space impacts subjects at a neural, mental and physical level. Therefore, the need to upgrade the design process is recognized, so space responds in the best possible way to its inhabitants, contributing to their cognition. In this context, the questions this thesis attempts to answer are a) how architecturally designed space can contribute to the development of the subject's cognitive function and b) what is a design context in which architecture is tuned with the human organism and its neurophysiological functions. According to the enactive approach to cognition, individual and environment are seen as a system where each part is inherent in the other in terms of of interaction (Varela, Thompson, Rosch ,2016). Mind and body are constituted as a unity, where mind is dispersed throughout the body, i.e. it is embodied. In addition, cognitive function is "a form of embodied action" where "cognitive structures and processes emerge from sensorimotor patterns of perception and action", through dynamic individual-environment interaction (Thompson, 2005: 408). The environment is actively perceived through the body with sensorimotor content expressed as ways of interacting with it and is thus conceptualized. At the same time, most of the subject's processes within architectural space are performed on a pre-reflective level and due to the repetitiveness, especially when dealing with a familiar space, habits are formed. Therefore, the following hypothesis is formulated: If architecture creates habits, meaning embodied ways of interacting with architectural space, then If the designed physical space overturns these habits, then it can create new ways of relating to the environment, new bodily interactions and enhance habitants’ cognitive function. In order to elaborate this hypothesis, the thesis delves into the approaches of embodied, enactive and radical embodied approaches to cognition along with phenomenological philosophy. As Maurice Merleau-Ponty said, consciousness doesn’t happen at the level of “I think”, but at the level of “I can” (Merleau-Ponty, 2016:242). Through a qualitative research on those fields, it takes the core structure of cognition and uses it to create a system for the depiction of habit in architectural space. This system connects physical space with habitual somatosensory, movement-based ways of interacting. Therefore, it is claimed that habit is constituted in three interconnected ways which create three types of lived spaces: the space of affordances, the space of kinesthetic patterns and the space of muscular sensations. The first one describes what the agents does in terms of interaction, and the other two describe how one performs it. Space is approached as spatial situations, consisting of primary and secondary elements. Primary elements are entities that bear a specific type of affordance, such as the stair that bears ascending or descending, whereas secondary elements are qualities that set a general tone for the situation, such as spatial layout, geometry, light, temperature, texture, which aren’t themselves bearers of affordances but affect the way that the affordance is executed. This research results in an approach that views architectural space in terms of movement and somatosensory interaction between physical space and agent, where each type of space includes some registers. These form vertical as well as linear relations with each other across the three types of spaces and can be used during the design procedure in order to function as tools in order to overcome traditional, given habits. In addition, each register is depicted in a notation system for design. en
heal.advisorName Τερζόγλου, Νικόλαος-Ίων el
heal.advisorName Terzoglou, Nikolaos-Ion en
heal.committeeMemberName Σταυρίδης, Σταύρος el
heal.committeeMemberName Stavrides, Stavros en
heal.committeeMemberName Σταυρακάκης, Μανώλης el
heal.committeeMemberName Stavrakakis, Manolis en
heal.academicPublisher Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών el
heal.academicPublisherID ntua
heal.fullTextAvailability false


Αρχεία σε αυτό το τεκμήριο

Αυτό το τεκμήριο εμφανίζεται στην ακόλουθη συλλογή(ές)

Εμφάνιση απλής εγγραφής