Στο ευρύτερο πλαίσιο των προβληματισμών και προσπαθειών για την αντιμετώπιση ζητημάτων όπως η κλιματική αλλαγή, η λειψυδρία και ξηρασία, η ρύπανση και η προστασία του περιβάλλοντος γενικότερα, η Διαχείριση των Υδατικών Πόρων αναδεικνύεται ως μία από τις σημαντικότερες συνιστώσες μίας σύγχρονης περιβαλλοντικής πολιτικής. Τη δεκαετία του ΄90 έγινε αντιληπτό ότι αποσπασματικές (χωρικά ή χρονικά) προσπάθειες διευθέτησης των θεμάτων που σχετίζονται με την προστασία και τη διαχείριση των υδατικών πόρων (διαθεσιμότητα, χρήσεις, οικολογική κατάσταση, υγιεινή, υδραυλικά έργα, κοστολόγηση, διακρατικές υδρολογικές λεκάνες, κλπ) ήταν αναποτελεσματικές και υπήρχε πιά ανάγκη διαμόρφωσης ενός ενιαίου θεσμικού πλαισίου. Την ίδια εποχή, οι αποφάσεις και γενικότερα τα επίσημα κείμενα των Διεθνών Οργανισμών «κινήθηκαν» προς την κατεύθυνση της Αειφόρου και Βιώσιμης Ανάπτυξης, «θεωρία» που είχε κάνει την εμφάνισή της ήδη από τις αρχές του ΄70. Έτσι, ενώ στο παρελθόν ο προβληματισμός αφορούσε κυρίως στην ποσότητα και την κατανομή της, σταδιακά η ποιοτική-οικολογική παράμετρος απέκτησε βαρύνουσα σημασία και αυτό αντικατοπτρίστηκε σε Διεθνείς Συνθήκες, Διμερείς Συμφωνίες, Ευρωπαϊκές Οδηγίες, Εθνική Νομοθεσία, κλπ. Η Ευρωπαϊκή Ένωση «συνένωσε», με νέες προσθήκες, σε ένα ενιαίο κείμενο, προϋπάρχουσες Οδηγίες και Αποφάσεις, θεσμοθετώντας την Οδηγία –Πλαίσιο 60/2000 για τα νερά. Η Ελλάδα, που μέχρι τότε διέθετε πολυπληθή και αποσπασματική νομοθεσία με σημαντικότερο το Νόμο 1739/87, εναρμόνισε το Εθνικό της Δίκαιο με την Οδηγία 60/2000, όπως όλα τα κράτη – μέλη. Η ενσωμάτωση της Οδηγίας έγινε με το Νόμο 3199/2003, ο οποίος αν και κρίθηκε «ατελής», έδωσε την ευκαιρία για τη θέσπιση ενός Νομικού Πλαισίου που θα επιτρέψει τη διευθέτηση όλων των θεμάτων που αφορούν στην προστασία και διαχείριση υδατικών πόρων, μέσω μιας ενιαίας ολοκληρωμένης θεώρησης, τόσο ποσοτικής όσο και ποιοτικής. Σημαντικό στοιχείο για την επίτευξη του στόχου αυτού, αποτελεί το Σχέδιο Διαχείρισης Υδατικών Πόρων, η εκπόνηση του οποίου καθίσταται υποχρεωτική. Το Δίκαιο που αφορά στους Υδατικούς Πόρους εντάσσεται στο Δίκαιο Περιβάλλοντος.
In order to confront actual problems as climate change and natural resources protection, Water Management emerges as one of the most significant components of environmental politics. In decade of ΄90΄s, became clear that all previous attempts regarding issues such as water quantity and quality, water use, hydraulic works, ecological status, cost of supply, etc, were fragmentary and unsuccesfull. The ideas of Sustainable Development led to a new status, as far as International Organisations Treaties, Bilateral and Multirateral Agreements, European Directives and National Legislations are concerned. European Union adopted a new Water Framework Directive (WFD 2000/60) incorporating all previous Directives and Decisions related to Water protection and management. Greece, as all member-states, was obligated to harmonize its National Legislation with WFD 60/2000. Until then, a great number of laws, concerning water management, was established. The most important of them, Law 1739/87, introduced for the first time some “elements” of integrated water management. The harmonization with WFD 2000/60 resulted to the Law 3199/2003 which, inspite of its imperfections, gave the opportunity for the establishment of a new Legislative Status permitting an integrated –both quantitive and qualitative- Water Resources Management. To accomplish this target, the elaboration of National and Regional Water Management Plans became obligatory. Water protection and management laws are placed in the wide area of Environmental Legislation.