Η διπλωματική εργασία αυτή επιχειρεί να παρουσιάσει το θεωρητικό υπόβαθρο και το πλαίσιο έρευνας της αντίληψης του ρίσκου. Η αντίληψη του ρίσκου, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι είναι άλλη μια πτυχή της ευρύτερης έρευνας για το ρίσκο. Στον αναγνώστη ίσως είναι πιο οικείες οι έννοιες ανάλυση ρίσκου, αποτίμηση ρίσκου ή διαχείριση ρίσκου. Η ανάλυση ρίσκου μελετά τις πιθανότητες να εμφανιστούν ανεπιθύμητα γεγονότα κατά τη διάρκεια εξέλιξης μιας διαδικασίας ή της λειτουργίας ενός συστήματος. Η αποτίμηση του ρίσκου υπολογίζει το μέγεθος ενός ρίσκου. Η δε διαχείριση του ρίσκου αφορά το σχεδιασμό και την ανάπτυξη μεθοδολογιών που θα ακολουθηθούν στην περίπτωση εμφάνισης απρόβλεπτων καταστάσεων κατά τη διάρκεια μιας διαδικασίας, ώστε να μειωθούν στο ελάχιστο οι δυσμενείς επιπτώσεις από τα απρόβλεπτα γεγονότα. Αυτά τα πιο γνωστά πεδία της έρευνας του ρίσκου, σε αντίθεση με την αντίληψη του ρίσκου, έχουν αναπτυχθεί αρκετά και πλεόν έχουν ωριμάσει ως επιστήμες, τουλάχιστον όσον αφορά την παραγωγή τυπικών μεθοδολογιών. Οι εφαρμογές δε αυτών των μεθοδολογιών καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα τεχνολογιών – δραστηριοτήτων από την πυρηνική βιομηχανία μέχρι τις θαλάσσιες μεταφορές και από την οικονομία (ρίσκο επενδύσεων) μέχρι την οικολογία και την προστασία του περιβάλλοντος. Τα τελευταία χρόνια γίνεται προσπάθεια να ενταχθεί σην ανάλυση του ρίσκου και ο ανθρώπινος παράγοντας. Στα πλαίσια όμως των τυπικών μεθοδολογιών ανάλυσης, αποτίμησης ή διαχείρισης του ρίσκου, ο ανθρώπινος παράγοντας αντιμετωπίζεται ως μια ακόμη πηγή κινδύνου ή αιτία πρόκλησης ατυχήματος. Στην περίπτωση όμως της αντίληψης του ρίσκου, ο ανθρώπινος παράγοντας έχει έναν εντελώς διαφορετικό ρόλο. Ουσιαστικά, πρόκειται για τον καταλυτικό παράγοντα που οδήγησε στην ανάπτυξη του τομέα της αντίληψης του ρίσκου. Εάν η ανάλυση και η αποτίμηση του ρίσκου δίνουν μια αντικειμενική τιμή του μεγέθους ενός ρίσκου, ο ανθρώπινος παράγοντας εισάγει στην μελέτη του ρίσκου μια υποκειμενικότητα. Ο τρόπος που οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται και αντιδρούν σε ένα ρίσκο δεν είναι ομοιόμορφος. Όπως και η σειρά αξιολόγησης διάφορων ρίσκων δεν είναι ίδια για όλους τους ανθρώπους. Κάθε άνθρωπος ή κάθε ομάδα πολιτών έχει τις δικές της προτεραιότητες. Η αντίληψη του ρίσκου, λοιπόν, εξετάζει τους παράγοντες που επηρεάζουν την υποκειμενική κρίση των ανθρώπων σχετικά με τα χαρακτηριστικά και τη σοβαρότητα ενός ρίσκου. Η σπουδαιότητα της έρευνας για την αντίληψη του ρίσκου εδράζεται στο γεγονός ότι η γνώμη που σχηματίζουν οι απλοί άνθρωποι για το ρίσκο, σε ατομικό ή κοινωνικό επίπεδο, είναι αυτή που καθορίζει και την αντίδραση ή τη στάση τους απέναντι στα μέτρα διαχείρισης του ρίσκου. Επιπλέον, η αντίληψη του ρίσκου δεν υποκαθιστά αλλά συμπληρώνει τα υπόλοιπα κομμάτια της ανάλυσης του ρίσκου, προσφέροντας πλεόν τη δυνατότητα για τη δημιουργία μιας ενιαίας και ολοκληρωμένης θεωρίας για το ρίσκο. Μια τέτοια θεωρία όχι μόνο θα αναλύει ή θα ποσοστικοποιεί το ρίσκο, αλλά θα αποτελεί και σημαντικό παράγοντα στη λήψη πιο σωστών και κοινωνικά δίκαιων αποφάσεων για το ρίσκο. Στην παρούσα διπλωματική εργασία θα ασχοληθούμε μόνο με την αντίληψη του ρίσκου, παρά το γεγονός ότι απώτερος στόχος θα πρέπει να είναι μια ενοποιημένη θεωρία ρίσκου. Το εύρος των ζητημάτων που απασχολούν την αντίληψη του ρίσκου είναι τόσο εκτενές, ώστε καθίσταται αδύνατη η κάλυψη όλων των πεδίων της έρευνας του ρίσκου. Πιο συγκεκριμένα, στο πρώτο κομμάτι της εργασίας θα παρουσιάσουμε τις βασικές αρχές και θα περιγράψουμε το γενικό πλαίσιο της αντίληψης του ρίσκου. Ακόμη, θα αναφερθούμε στις κύριες πρακτικές και μεθοδολογίες έρευνας της αντίληψης του ρίσκου, σχολιάζοντας τα προτερήματα και τα μειονεκτήματα κάθε μιας από αυτές. Μία από αυτές, την ‘αποκαλυπτόμενη προτίμηση’ του ρίσκου θα την εφαρμόσουμε στην περίπτωση του ρίσκου στη ναυτιλία της Μεσογείου. Επιπλέον, θα θίξουμε εν συντομία το θέμα της επικοινωνίας του ρίσκου, το οποία συνδέεται άμεσα με την αντίληψη του ρίσκου. Αυτά καλύπτουν τα τρία πρώτα κεφάλαια της εργασίας. Όμως, η περιγραφή του πλαισίου της έρευνας για την αντίληψη του ρίσκου δεν θα είχε ιδιαίτερη σημασία αν έμενε στο επίπεδο μιας απλής αναφοράς. Ζητούμενο είναι η αξιοποίηση όλης αυτής της γνώσης για το πως οι απλοί άνθρωποι αντιλαμβάνονται την έννοια του ρίσκου. Προς αυτή την κατεύθυνση, θέσαμε το στόχο να προσπαθήσουμε την κωδικοποίηση και αναπαράσταση αυτής της γνώσης. Ως εκ τούτου στο δεύτερο και τελικό κομμάτι της διπλωματικής εργασίας θα επιχειρήσουμε να μοντελοποιήσουμε τα πορίσματα της έρευνας γύρω από το αντιλαμβανόμενο ρίσκο και να τα αναπαραστήσουμε με τη βοήθεια ενός πιθανοτικού δικτύου. Από τα πολλά διαθέσιμα εργαλεία αναπαράστασης της γνώσης, επιλέξαμε για την κατασκευή του μοντέλου να χρησιμοποιήσουμε τα ‘διάγραμματα επιρροής’ (influence diagrams). Τα διαγράμματα επιρροής είναι ακυκλικοί κατευθυνόμενοι γράφοι που παρέχουν τη δυνατότητα αναπαράστασης των μεταβλητών του μοντέλου υπό τη μορφή κόμβων και των εξαρτήσεων μεταξύ τους, ως συνδετικών βελών. Κατά την άποψή μας, τα διαγράμματα επιρροής είναι τα προτιμότερα δίκτυα για να μοντελοποιήσουν το φαινόμενο της αντίληψης του ρίσκου. Επιλέχτηκαν διότι ενσωματώνουν κόμβους τριών ειδών (τύχης, απόφασης, χρησιμότητας) και εκφράζουν με τα βελή μεταξύ των κόμβων τις πιθανοτικές σχέσεις των μεταβλητών του προβλήματος. Έτσι, η σύνθετη διαδικασία της αντίληψης του ρίσκου έχει εκφραστεί από ένα σαφές και ευκόλως κατανοητό γραφικό μοντέλο, που παρουσιάζεται στο κεφάλαιο 5. Το διάγραμμα επιρροής που μοντελοποιεί την αντίληψη του ρίσκου μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για υπολογισμούς, όπως η εξαγωγή συμπερασμάτων και η λήψη αποφάσεων. Για την κατασκευή του μοντέλου της διπλωματικής εργασίας χρησιμοποιήθηκε το πρόγραμμα GeNIe 2.0, το οποίο αναπτύχθηκε στο Decision Systems Laboratory του Πανεπιστημίου του Πίττσμπουργκ (http://www.sis.pitt.edu/~dsl). Αναλυτικότερα, ο αναγνώστης της παρούσας διπλωματικής εργασίας θα μπορέσει ανά κεφάλαιο να πληρoφορηθεί τα ακόλουθα: Στο Κεφάλαιο 1 γίνεται μια εισαγωγή στην έννοια του ρίσκου γενικά και στην αντίληψη του ρίσκου ειδικότερα. Παρουσιάζεται δε, η διαχρονική εξέλιξη της έρευνας για το αντιλαμβανόμενο ρίσκο. Το Κεφάλαιο 2 καλύπτει μια εκτενή βιβλιογραφική επισκόπηση που απαρτίζεται από περίπου 40 δημοσιεύσεις σχετικές με την αντίληψη του ρίσκου. Οι δημοσιεύσεις έχουν κατηγοριοποιηθεί σε επιμέρους θεματικές ενότητες, ανάλογα με το ακριβές αντικείμενο έρευνας που παρουσιάζουν. Για κάθε δημοσίευση αφιερώνονται μια έως δυο παράγραφοι, στις οποίες αναλύονται η μεθοδολογία της έρευνας και τα βασικά της συμπεράσματα. Στο Κεφάλαιο 3 γίνεται καταγραφή των 4 κυριότερων μεθοδολογιών – προσεγγίσεων της αντίληψης του ρίσκου. Αυτές είναι κατά σειρά η ‘αποκαλυπτόμενη προτίμηση’, η ‘εκφραζόμενη προτίμηση’, το πλαίσιο της ‘κοινωνικής ενίσχυσης’ του ρίσκου και τέλος τα ΄νοητικά μοντέλα’. Στο ίδιο κεφάλαιο περιλαμβάνεται και μια σύντομη εφαρμογή της πρώτης μεθοδολογίας, αυτή της ‘αποκαλυπτόμενης προτίμησης’ με σκοπό τον υπολογισμό του υφιστάμενου ρίσκου στην ναυτιλία της Μεσογείου. Τo Κεφάλαιο 4 περιλαμβάνει μια εισαγωγή στη βασική θεωρία των πιθανοτικών δικτύων, με το ενδιαφέρον να επικεντρώνεται στα διαγράμματα επιρροής. Δίνεται ο αξιωματικός ορισμός των διαγραμμάτων επιρροής, περιγράφεται αναλυτικά η δομή τους και δίνεται ένα κριτήριο για την ερμηνεία σχέσεων εξάρτησης μεταξύ δυο μεταβλητών ενός διαγράμματος. Στο κεφάλαιο αυτό εμπεριέχονται και κάποιες βασικές έννοιες του πιθανοτικού λογισμού, στις οποίες στηρίζονται τα διαγράματα επιρροής. Το Κεφάλαιο 5 πραγματεύεται τη μοντελοποίηση του φαινομένου της αντίληψης του ρίσκου και την αναπαράσταση του μοντέλου σε ένα διάγραμμα επιρροής. Εξηγείται λεπτομερώς η επιλογή κάθε κόμβου και σύνδεσης στο διάγραμμα. Αρχικά δίνεται ένα βασικό διάγραμμα που περιγράφει γενικά τους παράγοντες που επηρεάζουν την αντίληψη του ρίσκου. Στη συνέχεια το βασικό διάγραμμα αναλύεται περαιτέρω, ώστε να καταλήξουμε στην αναλυτική και ολοκληρωμένη μορφή του διαγράμματος επιρροής. Στο επόμενο Κεφάλαιο 6 παραθέτουμε τα τελικά πορίσματα και συμπεράσματα της έρευνας. Επίσης προτείνουμε πιθανές συμπληρωματικές εργασίες πάνω στο ίδιο θέμα και δίνουμε κατευθύνσεις για την εξέλιξη της παρούσας έρευνας. Το παρόν σύγγραμμα ολοκληρώνεται με μια διεξοδική βιβλιογραφία, τόσο για τον τομέα της αντίληψης του ρίσκου, όσο και για τα διαγράμματα επιρροής.
This thesis attempts to present the theoretical background and research framework of the perception of risk. It could be said that the perception of risk is another aspect of the wider research on risk. Risk perception examines the factors that affect lay people’s subjective judgements with regard to qualitative characteristics and severity of a risk. In the first part of the thesis, we will present the basic principles and describe the general framework of risk perception. Furthermore, we will refer to the main research practices and methodologies of risk perception, commenting on the advantages and disadvantages of each one of them. Moreover, we will briefly touch on the issue of communication of risk, which is directly linked to the perception of risk. These cover the first three chapters of dissertation. In the second and final part of the thesis we will attempt to model the research findings and conclusions about the perceived risk and to represent them using a probabilistic network. Of the many tools available for the representation of knowledge, we chose to build the model using influence diagrams. The models described in this paper were created using the GeNIe modeling environment developed by the Decision Systems Laboratory of the University of Pittsburgh (http://www.sis.pitt.edu/~dsl). In detail, Chapter 1 is an introduction to the concept of risk in general and the perception of risk in particular. Also presented, is the diachronic development of the research on the perceived risk. Chapter 2 covers an extensive literature review composed of about 40 papers related to the perception of risk. Papers have been categorized in individual thematic units, depending on the specific subject of research presented. One or two paragraphs are dedicated for each paper, in which the survey methodology and its key findings are discussed. In Chapter 3 the four main methodologies - approaches of perception of risk are presented. These are in sequence the ‘revealed preference’, the ‘expressed preference’, the framework of the ‘social amplification’ of risk and the finally the ‘mental models’. Chapter 4 includes an introduction to basic theory of probabilistic networks, with interest focused on influence diagrams. This section also contains some basic concepts of probability calculus, on which influence diagrams are based. Chapter 5 deals with the modeling of the phenomenon of risk perception and the representation of the model as an influence diagram. The selection of each node and connection in the influence diagram is explained in detail. In Chapter 6 we present the final findings and conclusions of our research. We also propose possible additional work on the same topic and give directions for the development of this research. This thesis concludes with a comprehensive bibliography, both in the field of risk perception and influence diagrams.