Αντικείμενο της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι ο επαναπροσδιορισμός των ορθομετρικών υψομέτρων των κορυφών του υψομετρικού δικτύου που ιδρύθηκε στο κέντρο των Αθηνών το 1920 και ο έλεγχος μετακινήσεων αυτών. Στο πρώτο κεφάλαιο αναφέρονται τα ιστορικά στοιχεία των υψομετρικών αφετηριών, οι οποίες τοποθετήθηκαν το 1920 και έγιναν οι απαραίτητες μετρήσεις για τον προσδιορισμό ορθομετρικών υψομετρικών διαφορών Επίσης αναλύεται η μέθοδος επίλυσης του δικτύου και οι ακρίβειες που προέκυψαν. Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύονται οι διάφορες επίγειες μέθοδοι προσδιορισμού υψομετρικών διαφορών, όπως είναι η Ψηφιακή Γεωμετρική Χωροστάθμηση, η Ειδική Τριγωνομετρική Υψομετρία, η Τριγωνομετρική Υψομετρία Ακριβείας κ.α. Στο τρίτο κεφάλαιο περιγράφεται το δίκτυο των 18 σημείων όπου πραγματοποιήθηκαν μετρήσεις και η διαδικασία της βελτιστοποίησης. Επίσης παρουσιάζονται οι μέθοδοι μέτρησης που εφαρμόστηκαν καθώς και ο απαραίτητος εξοπλισμός για την εφαρμογή τους. Στο τέταρτο κεφάλαιο περιγράφονται αναλυτικά οι διαδικασίες των μετρήσεων με τις δύο μεθόδους που επελέγησαν και τα προβλήματα που αντιμετωπίστηκαν κατά την εφαρμογή τους. Στο πέμπτο κεφάλαιο αναλύεται η επεξεργασία των μετρημένων μεγεθών ώστε να προκύψουν οι τελικές υψομετρικές διαφορές. Επίσης περιγράφεται η διαδικασία επίλυσης του δικτύου καθώς και ο έλεγχος αξιοπιστία αυτής, ενώ γίνεται και ο προσδιορισμός των μετακινήσεων του κατακόρυφου δικτύου ελέγχου. Στο έκτο κεφάλαιο αναλύονται τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τα παραπάνω αποτελέσματα. Στο παράρτημα παρουσιάζονται πίνακες με τα στοιχεία των μετρήσεων καθώς και οι πίνακες με τη συνόρθωση του δικτύου.
The subject of the present diploma thesis is to determine the orthometric heights of the benchmarks of the vertical network that was established in Athens at 1920 and to estimate their displacements. In the first chapter historical information of the benchmarks are presented as well as the method that was used for the measurements, the results and their uncertainty. In the second chapter the modern methods that used to measure height differences are analyzed, such as spirit leveling method, special trigonometric heighting method, accurate trigonometric heighting etc. The third chapter contains the description of the remaining network points after 90 years and the process of the optimization for the measurement. In the forth chapter there is a detailed description of the methods that were used to measure the height differences and also the problems that were arose during the field work. In the fifth chapter the necessary processing of the measurements is analyzed. In addition the network adjustment is presented and the results are compared to those of 1920 in order to determinate the displacements of the network points. In the sixth chapter the conclusions are registered as well as several suggestions for the height measuring in urban regions. The appendix contains all the field work sheets, the calculations and all the processing required.