Οι σύγχρονες κοινωνίες βρίσκονται αντιμέτωπες με μια σειρά προκλήσεων που απορρέουν από ευρύτερες αλλαγές και ανακατατάξεις, οι οποίες επηρεάζουν σημαντικά τη δομή και τη δυναμική της οικονομίας και κοινωνίας σε παγκόσμιο, εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Οι αλλαγές αυτές σχετίζονται με τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, τη συνεχή αναδιάρθρωση και ανάπτυξη των παραγωγικών τομέων, την επακόλουθη εξειδίκευση του ανθρώπινου κεφαλαίου, αλλά και την ανάπτυξη εναλλακτικών και καινοτόμων μέσων διαχείρισης των παραγωγικών συντελεστών, προκειμένου να παραχθούν νέα προϊόντα και υπηρεσίες που ικανοποιούν τις ανάγκες, τις απαιτήσεις και τα πρότυπα της σύγχρονης κοινωνίας. Επιπλέον, επιφέρουν χωρικές αναδιαρθρώσεις, επηρεάζοντας τη δυναμική του αγροτικού χώρου και των αστικών κέντρων, την ενδοπεριφερειακή και διαπεριφερειακή δυναμική, τις δομές των αστικών κέντρων και των οικισμών, καθώς και τη σχέση των φυσικών και πολιτιστικών πόρων με την αναπτυξιακή διαδικασία.
Την τελευταία δεκαετία η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης, με διαρκώς αυξανόμενη βαρύτητα, πλαισίωσε τις διεθνείς συζητήσεις για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με το περιβάλλον, τον πολιτισμό και την ανάπτυξη. Έχει πλέον καταστεί σαφές ότι δεν νοείται ανάπτυξη «κοντόφθαλμη», ασύμβατη με την κοινωνική ευημερία και την ποιότητα και προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, εστιασμένη μόνο στη μεγέθυνση των οικονομικών μεγεθών. Η ουσία της βιώσιμης ανάπτυξης έγκειται στην αρμονική επιδίωξη οικονομικών, κοινωνικών, περιβαλλοντικών και πολιτιστικών στόχων.
Έχει πλέον εμπεδωθεί πως η σημερινή περιβαλλοντική κρίση, αλλά και η «κρίση ταυτότητας» των πόλεων και των περιφερειών, οφείλεται αποκλειστικά σε ένα στρεβλό πρότυπο ανάπτυξης, που δεν ενδιαφέρεται ούτε για τη διαγενεακή δικαιοσύνη, ούτε για την αειφορία. Η διαγενεακή δικαιοσύνη, βασικό στοιχείο, μεταξύ άλλων, της έννοιας της αειφόρου ανάπτυξης, απαιτεί ένα μακροχρόνιο σχεδιασμό για τη μείωση της ανεξέλεγκτης κατασπατάλησης πόρων (φυσικών και πολιτιστικών), σε βάρος μελλοντικών γενεών. Το εντεινόμενο ενδιαφέρον για τη διαχείριση και διαφύλαξη της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, που εκφράστηκε σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες με προοδευτικά αυξανόμενο αριθμό πολιτικών, προγραμμάτων και έργων προστασίας, ανάδειξης και αξιοποίησής της, συνδέεται με το ρόλο των συγκεκριμένων πόρων ως «μοχλού ανάπτυξης» των χωρών, των περιφερειών και των πόλεων.
Η Ελλάδα, μέσα στο πλαίσιο αυτό, διαθέτοντας ένα εξαιρετικά πλούσιο φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον, κατέχει εκείνα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα, που της δίνουν τη δυνατότητα να ανταποκριθεί δυναμικά στις επιταγές της βιώσιμης ανάπτυξης.
Αναφορικά με τα παραπάνω, στόχος της παρούσας διπλωματικής εργασίας, η οποία εκπονήθηκε στον Τομέα Γεωγραφίας και Περιφερειακού Σχεδιασμού της Σχολής Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών του Ε.Μ.Π., αποτελεί η αειφορική διαχείριση, ανάδειξη και αξιοποίηση των φυσικών και πολιτιστικών πόρων της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, για τη βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχής και τη χωρική ολοκλήρωσή της.
Στο πλαίσιο αυτό, η εργασία διερευνά εναλλακτικές μελλοντικές εξελίξεις της περιοχής, με σκοπό την επιλογή εκείνου του προτύπου ανάπτυξης και χωρικής οργάνωσης, που προωθεί με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο την ισόρροπη ανάπτυξη όλων των τομέων, μέσα από τη βιώσιμη διαχείριση και ανάδειξη του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος. Προς αυτή την κατεύθυνση, επιχειρείται μια ολοκληρωμένη και σφαιρική προσέγγιση, προκειμένου η Περιφέρεια να καταστεί ένας ισχυρός αναπτυξιακός πόλος, γύρω από τον οποίο συγκεντρώνονται επιχειρήσεις, σύγχρονες υπηρεσίες και έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον, με σεβασμό πάντα στον πολιτισμό και το περιβάλλον και στόχο την επίτευξη υψηλών ρυθμών κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης.
Modern societies are in front of a number of challenges, arising from large scale changes taking place at the global level, which are expected to significantly affect the structure and dynamics of the economy and society at all spatial scales, i.e. global, national, regional and local. These changes are largely associated with the rapid technological developments, the ongoing restructuring of the production sectors, the subsequent specialization of human capital and the development of alternative and innovative means for the effective management of the production factors in order to produce new products and services that meet the needs and standards of modern society. Moreover, these changes are challenging existing spatial structures, affecting, in this respect, the dynamics of rural and urban regions, the intraregional and interregional dynamics, the spatial structure of urban settlements, and the role of natural and cultural resources in the development process.
During the last decade, the concept of sustainable development has created the framework for decision-making in respect to environmental, cultural and development issues. It has become clear that the development of regions is closely relating to a long term process, integrating economic, social, natural and environmental welfare, i.e. the three pillars of sustainable development. The essence thus of sustainable development is to reconcile economic, social, environmental and cultural objectives.
It has also become clear that the current environmental and "identity" crisis of cities and regions is due to the pattern of development pursued so far, that has placed little attention to the sustainable development goals and the intra- and intergenerational justice. For serving such goals, a long-term perspective is required that pursues a more rational use of resources (natural and cultural), especially of the non-renewable ones, on behalf, among others, of the future generations. The growing interest in the management and conservation of natural and cultural heritage, expressed in all developed countries through policy efforts (policies, programs and projects) for the protection of natural and cultural resources, is largely associated with the value attached to these resources and their role in leveraging development perspectives of countries, regions and cities.
Greece, in this context, based on the abundance of natural and cultural resources of global importance, needs to place further efforts on the better exploitation of the comparative advantages emerging from these resources and their integration in the development process, along the sustainable development rationale.
The present Diploma Thesis was carried out at the Department of Geography and Regional Planning, School of Rural and Surveying Engineering, National Technical University of Athens. The goal of the thesis is the sustainable management of natural and cultural resources of a specific Greek region in Central Greece (Region of Sterea Ellada).
Towards this end, alternative future developments are explored and evaluated, aiming at the future development and spatial organization of the region at hand that is based on the sustainable management of the natural and cultural resources. The thesis adopts an integrated approach of economic, social, natural and cultural resources, aiming at rendering the study region a development pole at the national and international context, based on the distinguished natural and cultural resources located in its territory.