Ο σχεδιασμός και προγραμματισμός της τοπικής και περιφερειακής ανάπτυξης στην Ελλάδα, μολονότι χαρακτηρίζεται από σημαντικές αδυναμίες και αντιφάσεις παραμένει σημαντικός και κρίσιμος παράγοντας για την ανάπτυξη της χώρας. Στη σημερινή εποχή, η οποία χαρακτηρίζεται από την εξελισσόμενη πολυδιάστατη κρίση ο χωρικός σχεδιασμός αποκτά πρόσθετη αξία, καθώς συνδέεται άμεσα με την βελτίωση της διαχείρισης και της αξιοποίησης των διαθέσιμων κονδυλίων. Παράλληλα, η μετατόπιση αρμοδιοτήτων από το κεντρικό κράτος προς τις τοπικές αυτοδιοικήσεις, που προκύπτει από την εφαρμογή του προγράμματος «Καλλικράτης», ενισχύει το ρόλο των περιφερειακών ενοτήτων (πρώην νομών) στις δομές και τις διαδικασίες χωρικού σχεδιασμού. Στο νέο αυτό πλαίσιο, η βελτίωση της αποτελεσματικότητας των πολιτικών προϋποθέτει ο χωρικός σχεδιασμός που θα ακολουθηθεί να βασίζεται σε μια βαθύτερη κατανόηση των ανισοτήτων που καταγράφονται σε κάθε περιφερειακή ενότητα.
Η παρούσα εργασία επιδιώκει να συμβάλει στο παραπάνω ζήτημα καταρτίζοντας ένα ολοκληρωμένο μεθοδολογικό πλαίσιο η εφαρμογή του οποίου θα συμβάλει στον εντοπισμό και την μέτρηση των ανισοτήτων που υπάρχουν μεταξύ περιφερειακών ενοτήτων που σχηματίζουν διοικητικά μια περιφέρεια, χρησιμοποιώντας κατάλληλα επιλεγμένους δείκτες από τη βιβλιογραφία. Ειδικότερα, η ανάγκη να αποτυπωθούν τα χαρακτηριστικά των ανισοτήτων οδήγησε στον υπολογισμό μέτρων και δεικτών που αποβλέπουν στην ανάλυση της περιφερειακής οικονομίας και στην διαμόρφωση της κατάλληλης περιφερειακής πολιτικής που θα οδηγήσει στην μείωση των ανισοτήτων. Η ποσοτική έκφραση της δομής των χαρακτηριστικών των περιφερειακών οικονομιών, αποδίδει μια εικόνα των προβλημάτων και των δυνατοτήτων ανάπτυξης μιας χωρικής ενότητας, εξυπηρετεί την ερμηνεία των ενδοπεριφερειακών και διαπεριφερειακών ανισοτήτων, διευκολύνει την ανάλυση των περιφερειακών διαφορών και διαφοροποιήσεων και τελικά συμβάλλει στον κατάλληλο σχεδιασμό των απαιτούμενων δράσεων και στην προώθηση της αναπτυξιακής διαδικασίας. Περιοχή μελέτης της εργασίας αποτελούν οι Περιφερειακές Ενότητες της Ηπείρου.
Τα αποτελέσματα της ανάλυσης, αποδεικνύουν πως υπάρχουν έντονες ανισότητες μεταξύ των Περιφερειακών Ενοτήτων της Περιφέρειας Ηπείρου στους περισσότερους τομείς που εξετάστηκαν. Μέσω της διαχρονικής ανάλυσης των δεδομένων προκύπτει πως στις Περιφερειακές Ενότητες της Ηπείρου διαχρονικά καταγράφεται τάση αύξησης των ανισοτήτων. Ανάλογα είναι τα συμπεράσματα που ισχύουν για την μεταβολή ανισοτήτων σε εθνικό επίπεδο τόσο διαπεριφερειακά, όσο και σε επίπεδο Περιφερειακών Ενοτήτων. Συμπεραίνεται ότι οι πολιτικές περιφερειακής ανάπτυξης που ακολουθήθηκαν έως σήμερα στην Περιφέρεια Ηπείρου και στην Ελλάδα γενικότερα δεν πέτυχαν τους στόχους τους, ενώ γεννιούνται σημαντικές αμφιβολίες και για την αποτελεσματικότητα τους.
Spatial planning as well as both local and regional development in Greece, although being hindered by significant weaknesses and controversies, are still important and crucial factors for the development of the Greek territory. The current multidimensional crisis makes it necessary to improve both the absorption and the effectiveness of the available funds. As a result the importance of spatial planning is increased, due to the fact that it is connected directly to the improvement of the management and utilization of the available funds.
At the same time, the enhanced powers given to local governments, through the implementation of the "Kallikratis" program reinforces the role of regional units to spatial planning procedures. In this new context, improving the effectiveness of policies requires spatial planning which should be based on a thorough understanding of the inequalities recorded in each regional unit.
The present paper to propose a methodology that will contribute to identify and quantify the inequalities between the regional units that form an administrative region using appropriate indicators. The need to identify the characteristics of inequalities led to the calculation of specific measures and indicators that aim both to analyze the regional economy and also to contribute in shaping the appropriate spatial policies. The current methodology contributes to the identification of the problems and the prospects of development for each regional unit, contributing in this way to the interpretation of intra-regional and inter-regional inequalities. This approach facilitates the analysis of regional differences, with a view to design the appropriate actions in order to limit inequalities. The area that was chosen for study is the Region of Epirus.
The results of the analysis show that there are marked differences between the regional units of Epirus in most topics examined. Through longitudinal data analysis are recorded trends of increasing inequalities among the regional units of Epirus. Similar are the conclusions about inequalities at national level. The results show that the regional development policies were followed both in the region of Epirus and also in Greece generally did not achieve their goals, while there are serious doubts about their effectiveness.