Η υψηλή απόδοση των σύγχρονων κινητήρων των οχημάτων, η απαίτηση για χαμηλότερες
εκπομπές ρύπων σε συνδυασμό με τις υψηλές τιμές του πετρελαίου έχουν οδηγήσει σε αυξημένη
ευαισθησία τόσο τους καταναλωτές όσο και το κράτος, σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων.
Επιπρόσθετα, οι διαφορές στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης μεταξύ των προϊόντων πολύ συχνά
λειτουργούν ως κίνητρο για λαθρεμπόριο, με αποτέλεσμα την αλλοίωση των προϊόντων και την
απώλεια κρατικών εσόδων. Στην παρούσα διατριβή, σαν πρώτο βήμα εξετάστηκε επιστάμενα η
εφοδιαστική αλυσίδα υγρών καυσίμων (από το διυλιστήριο έως τον τελικό καταναλωτή) τόσο από
άποψη λειτουργίας όσο και από άποψη αγοράς και περιγράφηκε η εφοδιαστική αλυσίδα μεσαίου
μεγέθους εταιρίας εμπορίας πετρελαιοειδών, που αποτέλεσε το αντικείμενο της έρευνας.
Ακολούθως μελετήθηκε το κόστος έλλειψης ενός ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης
Ποιότητας στην εφοδιαστική αλυσίδα υγρών καυσίμων.
Modern vehicle engines high performance, the demand for lower emissions combined with high oil
prices have led to increased sensitivity to both consumers and the state concerning fuel quality. In
addition, differences in excise duty between products often act as an incentive for smuggling,
resulting in product spoilage and loss of government revenue. As the first step of this thesis we
have examined the downstream fuel supply chain (from the refinery to the end consumer) in
operation and in market terms, and we described the supply chain of the medium-sized petroleum
marketing company that was our case study. Then we investigated the implementation and
completion of the Quality Management System in the liquid fuels supply chain for, the cost of this
implementation as well as the cost for a company that lacks a system like this.